-
1 Παναθηναϊσταί
Πᾰνᾰθηναϊσταί, οἱ,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Παναθηναϊσταί
См. также в других словарях:
Παναθηναϊσταί — Παναθηναϊσταί, δωρ. τ. Παναθαναϊσταί, οἱ (Α) εορταστές τών Παναθηναίων στην Τέω και στη Ρόδο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Παναθήναια + κατάλ. ιστής] … Dictionary of Greek