-
1 Πανιωνικὴ
Πᾰνιωνικὴ θυσία,A = Πανιώνια, Str.8.7.2.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πανιωνικὴ
См. также в других словарях:
πανιώνια — Αρχαία ελληνική γιορτή, που την τελούσαν οι αντιπρόσωποι των ιωνικών πόλεων στο ιερό Πανιώνιον. Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, οι Ίωνες συγκεντρώνονταν εκεί όχι μόνο για να γιορτάσουν τα Π., αλλά και κάθε φορά που υπήρχε ανάγκη να κάνουν κοινή… … Dictionary of Greek