Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Ποτνιῶν

См. также в других словарях:

  • Ποτνιῶν — Ποτνιαί Potnian fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτνιῶν — πότνια mistress fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποτνιεύς — έως, ὁ, θηλ. ποτνιάς, άδος, Α 1. ο κάτοικος τών Ποτνιών 2. αυτός που κατάγεται από την πόλη Πότνιαι 2. (το θηλ. στον πληθ.) αἱ ποτνιάδες προσωνυμία τών Ευμενίδων («Βάκχαι ποτνιάδες», Ευρ.) 3. φρ. α) «Ποτνιεύς Γλαῡκος» τίτλος έργου τού Αισχύλου β) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»