Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Πολύγνωτος

См. также в других словарях:

  • Πολύγνωτος — wellknown masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολύγνωτος — wellknown masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολύγνωτος — Όνομα δύο αρχαίων Ελλήνων καλλιτεχνών. 1. Ζωγράφος από τη Θάσο (α΄ μισό του 5ου αι. π.Χ.), γιος του ζωγράφου Αγλαοφώντα, από τον οποίο διδάχτηκε την τέχνη του. Τίποτα δεν σώζεται από τα έργα του, τα οποία ωστόσο περιγράφει λεπτομερώς ο Παυσανίας …   Dictionary of Greek

  • Βαγής, Πολύγνωτος — (Θάσος 1894 – 1967). Γλύπτης. Το 1910 εγκαταστάθηκε στις ΗΠΑ και παρακολούθησε μαθήματα γλυπτικής στο ινστιτούτο Κούπερ Γιούνιον. Με την πρώτη του έκθεση το 1921 στη Νέα Υόρκη, επιβλήθηκε ως ένας από τους σημαντικότερους γλύπτες της εποχής του.… …   Dictionary of Greek

  • πολύγνωτον — πολύγνωτος wellknown masc/fem acc sg πολύγνωτος wellknown neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πολυγνώτοις — Πολύγνωτος wellknown masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγνώτοις — πολύγνωτος wellknown masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πολυγνώτου — Πολύγνωτος wellknown masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγνώτου — πολύγνωτος wellknown masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πολυγνώτῳ — Πολύγνωτος wellknown masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυγνώτῳ — πολύγνωτος wellknown masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»