-
1 Πιμπληις
-
2 Πίμπλεια
Πίμπλεια ([full] Πίμπλα Str.10.3.17), ἡ, a place in Pieria, sacred to the Muses and Orpheus, Call.Del.7, Str.7Fr.18, 9.2.25:—Adj. [full] Πιμπληϊάς, κούρη v.l. in Orph.Fr. 342; [full] ΠιμπληΐδεςAΜοῦσαι AP5.205
(Leon.); σκοπιὴ Πιμπληΐς, Π. ἄκρη, A.R.1.25, Epic.in EM588.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πίμπλεια
См. также в других словарях:
PIMPLEA — Graece Πιμπληΐς, apud Apollonium Rhodium, ubi de Orpheo. Τὸν ῥά ποτ᾿ αὐτὴ Καλλιόπη Θρήϊκι φατίζεται ἐυνηθ εῖςα Οἰάγρῳ ςκοπιῆς Πιμπληΐδος ἄγχι τεκέςθαι. quem quondam ipsa Calliopa Thraci fertur congressa Oeagro prope speculam Pimpleam peperisse,… … Hofmann J. Lexicon universale
Πιμπληϊάς — άδος και Πιμπληΐς, ίδος, ή, Α αυτή που ανήκει στην Πίμπλεια ή κατοικεί σ αυτήν («Πιμπληϊὰς κούρη»). [ΕΤΥΜΟΛ. < Πίμπλεια / Πίμπλα, μακεδόνική πόλη στην Πιερία, λατρευτικό κέντρο τών Μουσών + επίθημα άς / ίς] … Dictionary of Greek