-
1 Πατρεύσι
-
2 Πατρεῦσι
См. также в других словарях:
Πατρεῦσι — Πατρέες masc dat pl (ionic) Πατρεύς masc dat pl Πατρώ fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 Πατρεύσι
2 Πατρεῦσι
Πατρεῦσι — Πατρέες masc dat pl (ionic) Πατρεύς masc dat pl Πατρώ fem dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)