-
1 Παρνησσος
-
2 Παρνησσόν
Παρνησσόςmasc acc sg -
3 Παρνησσοίο
-
4 Παρνησσοῖο
-
5 Παρνησσού
-
6 Παρνησσοῦ
-
7 Παρνησσώ
-
8 Παρνησσῷ
См. также в других словарях:
Παρνησσοῖο — Παρνησσός masc gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παρνησσοῦ — Παρνησσός masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παρνησσῷ — Παρνησσός masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παρνησσόν — Παρνησσός masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)