Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Νῦσα

См. также в других словарях:

  • νύσα — νύσᾱ , νύσα Nysa fem nom/voc/acc dual νύσᾱ , νύσα Nysa fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νύσα — Νύσᾱ , Νύση fem nom/voc/acc dual Νύσᾱ , Νύση fem nom/voc sg (doric aeolic) Νύ̱σᾱ , Νῦσα Nysa fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νῦσα — Nysa fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νύσα — Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη ή όρος της αρχαίας Αιθιοπίας, όπου, κατά την παράδοση, μόλις γεννήθηκε ο Διόνυσος, ο Ζευς τον έραψε στον μηρό του και τον μετέφερε εκεί. Το μέρος όπου ανατράφηκε ο Διόνυσος θεωρείτο ιερό και οι Αιθίοπες τελούσαν… …   Dictionary of Greek

  • Νύσας — Νύσᾱς , Νύση fem acc pl Νύσᾱς , Νύση fem gen sg (doric aeolic) Νύ̱σᾱς , Νῦσα Nysa fem acc pl Νύ̱σᾱς , Νῦσα Nysa fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νύσας — νύσᾱς , νύσα Nysa fem acc pl νύσᾱς , νύσα Nysa fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νύσαι — νύσα Nysa fem nom/voc pl νύσᾱͅ , νύσα Nysa fem dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νύσαν — νύσᾱν , νύσα Nysa fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νῦσαι — Νῦσα Nysa fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νῦσαν — Νῦσα Nysa fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νύσαν — Νύσᾱν , Νύση fem acc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»