Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

Νικόλαος

См. также в других словарях:

  • Νικόλαος — date masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νικόλαος — date masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νικόλαος — I Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Σοφιστής. Ήταν μαθητής του Πλούταρχου και του Πρόκλου. Έγραψε τα έργα Λόγοι επιδεικτικοί, Τέχνη ρητορική και Προγυμνάσματα. Αποσπάσματα έργων του που διασώθηκαν δημοσιεύτηκαν από τους ελληνιστές Φινκ …   Dictionary of Greek

  • Νικόλαος Δαμασκηνός — Βλ. λ. Δαμασκηνός, Νικόλαος …   Dictionary of Greek

  • Νικόλαος, επίσκοπος Κίτρους — (Στενήμαχος 1840 – Αθήνα 1882). Κληρικός, λόγιος και πατριώτης από την Ανατολική Ρωμυλία. Σπούδασε στην Αθήνα (1853 56, 1858 66), δίδαξε στη Φιλιππούπολη (1867 71), στα Χανιά (1872) και στην Κωνσταντινούπολη (1873). Το 1875 χειροτονήθηκε στη… …   Dictionary of Greek

  • Άγιος Νικόλαος — I Ονομασία 37 οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 760 μ., 10 κάτ.) στην πρώην επαρχία Άργους του νομού Αργολίδος. Βρίσκεται στα νότια της λίμνης Στυμφαλίας και στα βορειοδυτικά της επαρχίας. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Αλέας. 2. Πεδινός… …   Dictionary of Greek

  • Αλιμπράντης, Νικόλαος — (Κωνσταντινούπολη 1882 – Αθήνα 1958). Ολυμπιονίκης, αδελφός του επίσης ολυμπιονίκη Γεώργιου Αλιμπράντη. Πήρε το χρυσό μετάλλιο στο γυμναστικό πένταθλο στη Μεσολυμπιάδα της Αθήνας του 1906, με 90 βαθμούς. Ο Νικόλαος Αλιμπράντης, ολυμπιονίκης στο… …   Dictionary of Greek

  • Βότσης, Νικόλαος — (Ύδρα 1877 – Αθήνα 1931). Αξιωματικός του ναυτικού. Καταγόταν από γνωστή οικογένεια Υδραίων αγωνιστών. Στις αρχές των Βαλκανικών πολέμων έγινε ήρωας του πρώτου ναυτικού κατορθώματος, με το οποίο συνδέθηκε ο αγώνας του 1912 με την παράδοση των… …   Dictionary of Greek

  • Γεωργαντάς, Νικόλαος — (1880 – 1958). Ολυμπιονίκης στη δισκοβολία και στη λιθοβολία. Αθλητής του Πανελληνίου ΓΣ, αφού καθιερώθηκε ως πανελλήνιος πρωταθλητής ρίψεων (στα αγωνίσματα ρίψεων συγκαταλεγόταν τότε και η λιθοβολία), συμμετείχε στην Ολυμπιάδα του Σεντ Λούις των …   Dictionary of Greek

  • Γκελεστάθης, Νικόλαος — (Δεσφίνα Φωκίδας 1930 –). Πολιτικός. Απόφοιτος της νομικής, έγινε στη συνέχεια δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας το 1981 και έκτοτε εκλέγεται αδιάλειπτα βουλευτής του κόμματος. Ο πατέρας του… …   Dictionary of Greek

  • Γύζης, Νικόλαος — (Σκλαβοχώρι Τήνου 1842 – Μόναχο 1901).Ζωγράφος. Η ζωή και η τέχνη του Γ. όπως παρουσιάζονται μέσα από την προσωπική αλληλογραφία, το ημερολόγιο και το ζωγραφικό έργο του, βαδίζουν παράλληλα σε μια συνεχή εσωτερική ψυχική και πνευματική ανοδική… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»