Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Μῠκηνίς

См. также в других словарях:

  • μυκηνίς — μυκηνίς, ίδος, ἡ (Α) βλ. μυκηναίος …   Dictionary of Greek

  • Μυκηνίς — Μυκηναῖος Mycene fem nom sg Μυκηνίς Mycene fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυκηνίδ' — Μυκηνίδα , Μυκηναῖος Mycene fem acc sg Μυκηνίδι , Μυκηναῖος Mycene fem dat sg Μυκηνίδε , Μυκηναῖος Mycene fem nom/voc/acc dual Μυκηνίδα , Μυκηνίς Mycene fem acc sg Μυκηνίδι , Μυκηνίς Mycene fem dat sg Μυκηνίδε , Μυκηνίς Mycene fem nom/voc/acc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μυκηναίος — α, ο (ΑΜ μυκηναῑος, αία, ον, Α θηλ. και μυκηνίς, ίδος, δωρ. τ. αρσ. ως ουσ. μυκανεύς, έως) [Μυκήναι] 1. αυτός που κατάγεται ή προέρχεται από τις Μυκήνες, μυκηναϊκός («πρὸς ἀλκὴν... Μυκηνίδα», Ευρ.) 2. (το αρσ. και το θηλ. ως κύριο όν.) ο… …   Dictionary of Greek

  • Μυκηνίδα — Μυκηναῖος Mycene fem acc sg Μυκηνίς Mycene fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυκηνίδας — Μυκηναῖος Mycene fem acc pl Μυκηνίς Mycene fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μυκηνίδες — Μυκηναῖος Mycene fem nom/voc pl Μυκηνίς Mycene fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»