-
1 Μουσαγέτας
A leader of the Muses, epith. of Apollo, Pi.Fr. 116;ὁ μ. καὶ ἀρχαγέτας τᾶς ποιητικᾶς θεός SIG699.1
(Delph., ii B. C.):—in [dialect] Att. form [full] Μουσηγέτης, Pl.Lg. 653c, D.S.1.18, Jul.Or.4.132a, al.; voc. [full] Μουσηγέτᾰ, IG12(5).893 ([place name] Tenos); also epith. of Heracles, in dat. [full] Μουσαγήτῃ, ib.14.101* (perh. spurious). [[pron. full] ᾱ prop., as in Pi.: but [pron. full] ᾰ in Orph.H.34.6 codd.]Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Μουσαγέτας
-
2 μουσαγέτας
μουσᾱγέτᾱς, Μουσαγέτηςmasc acc pl (doric)μουσᾱγέτᾱς, Μουσαγέτηςmasc nom sg (epic doric aeolic) -
3 Μουσηγέτης
A v. Μουσαγέτας.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Μουσηγέτης
См. также в других словарях:
μουσαγέτας — μουσαγέτας, ὁ (Α) (δωρ. τ.) βλ. μουσηγέτης … Dictionary of Greek
μουσαγέτας — μουσᾱγέτᾱς , Μουσαγέτης masc acc pl (doric) μουσᾱγέτᾱς , Μουσαγέτης masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Apollo — This article is about the Greek and Roman god. For other uses, see Apollo (disambiguation) and Phoebus (disambiguation). Not to be confused with Phobos (mythology). Apollo … Wikipedia
μουσηγέτης — Προσωνύμιο του Απόλλωνα. Βλ. λ. Μουσαγέτης ή Μουσηγέτης ή Μοισαγέτας. * * * μουσηγέτης, δωρ. τ. μουσαγέτας, ὁ (Α) 1. ως κύριο όν. (για τον Απόλλωνα) ο ηγέτης τών Μουσών 2. συνθέτης μελωδίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < μοῦσα (Ι) + ᾱγέτας / ηγέτης (<… … Dictionary of Greek
μούσα — (Αστρον.). Διεθνώς Musa 600. Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 14 Ιουνίου 1906. Το φαινόμενομέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι περίπου 13,0 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και από τον Ήλιο 10,18. * * * (I) η (ΑΜ μοῡσα, Α… … Dictionary of Greek