Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Μουνιχίας

См. также в других словарях:

  • Μουνιχίας — Μουνιχίᾱς , Μουνιχίη fem acc pl Μουνιχίᾱς , Μουνιχίη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek

  • Αττική — I Ιστορική, διοικητική και γεωγραφική περιοχή (3.808 τ. χλμ., 3.761.810 κάτ.), το νοτιοανατολικό άκρο της Στερεάς Ελλάδας, από την οποία τη χωρίζουν ο Κιθαιρώνας (1.409 μ.) και η Πάρνηθα (1.413 μ.). Από τη γραμμή αυτή των δύο βουνών (μήκους 40… …   Dictionary of Greek

  • Μούνιχος — Ήρωας, επώνυμος του λιμανιού της Μουνιχίας, ενός από τα στρατιωτικά λιμάνια του Πειραιά. Ήταν γιος του Παντακλή ή Πεντευκλή. Σύμφωνα με μια εκδοχή, όταν οι Θράκες τον έδιωξαν από τον Ορχομενό, πήγε με τους οπαδούς του Μινύες και εγκαταστάθηκε… …   Dictionary of Greek

  • Mounichia — The Mounichia (Μουνιχιας) was an ancient Greek festival held on 16th of the month Mounichion (spring) in the honor of Artemis Mounichia . The surname of the goddess come from the hill of Munichia, where stood an Artemis’ temple, close to Pireaus… …   Wikipedia

  • Munichia (festival) — The Mounichia or Mounichia (Μουνιχιας) was an ancient Greek festival held on the 16th (full moon time) of the month Mounichion (spring) in the honor of Artemis Mounichia. The surname of the goddess come from the hill of Munichia, where stood an… …   Wikipedia

  • ναύσταθμος — Λιμάνι ή όρμος, κατάλληλα διασκευασμένος, όπου λιμενίζονται πολεμικά πλοία και υπάρχουν εγκαταστάσεις για την επισκευή, τον εξοπλισμό και τις άλλες ανάγκες του πολεμικού ναυτικού. Ο ν. ήταν ό,τι και το νεώριο των αρχαίων ή το καραβοστάσι ή ο… …   Dictionary of Greek

  • σήραγγος — Με το όνομα αυτό αναφέρεται μυθολογικός ήρωας στον αρχαίο Πειραιά, ο οποίος κατοικούσε σε φυσικό άνοιγμα σαν σπηλιά, στην περιοχή της Μουνιχίας (Σηράγγιον). Ο Σ. σχετίζεται με κάποια δύναμη, η οποία παρουσιαζόταν σε διάφορα μέρη και έπαιρνε το… …   Dictionary of Greek

  • Γκόρντον, Τόμας — (Thomas Gordon, ; – 1841).Σκοτσέζος στρατιωτικός. Υπήρξε από τους πρώτους φιλέλληνες που πήραν ενεργό μέρος στον Αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία. Ο Γ. με άλλους φιλέλληνες έφτασε με πλοίο από τη Μασσαλία στο ελληνικό στρατόπεδο των… …   Dictionary of Greek

  • Θρεψιάδης, Ιωάννης — (Αθήνα, 1907 –). Αρχαιολόγος. Διετέλεσε επιμελητής αρχαιοτήτων και βοηθός του διευθυντή των ανασκαφών της Ελευσίνας (1931 38). Χρημάτισε επίσης έφορος αρχαιοτήτων στο μουσείο της Ακρόπολης, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και στη Βοιωτία και… …   Dictionary of Greek

  • Κουμουνδούρου, νησί — Μικρό ακατοίκητο νησί, ανάμεσα στα λιμάνια της Ζέας (Πασαλιμάνι) και της Μουνιχίας (Τουρκολίμανο), μπροστά στην παραλία της Καστέλας του Πειραιά …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»