-
1 ἁρπάζω
1 seize φθέγξομαι τότ' Ἀγλαοτρίαιναν ἁρπάσαι sc.σε O. 1.40
παῖδ' ἐκ νεκροῦ ἅρπασε (sc. Ἀπόλλων) P. 3.44 Κυράνας· τὰν ὁ χαιτάεις ἀνεμοσφαράγων ἐκ Παλίου κόλπων ποτὲ Λατοίδας ἅρπασ (Tricl: ἅρπασεν codd.) P. 9.6ἔνθεν ἁρπάξαντες ἄγαλμ' Ἀίδα N. 10.67
Ἰ]νὼ δἐκ πυ[ρ ἁρπά]ξαισα[ (supp. Lobel: sc. Μελικέρταν) Θρ.. 3. γ]ὰρ ἁρπαζομένων τεθνάμεν[[βρεϝεμαξρ]]μάτων ἢ κακὸν ἔμμεναι (χρη]μάτων e. g. supp. Lobel) fr. 169. 16. in tmesis, ἂν δ' εὐθὺς ἀρπάξαις v.ἀναρπάζω P. 4.34
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский