Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Μαύσωλος

См. также в других словарях:

  • Μαύσωλος — tomb masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαύσωλος — (4ος αι. π.Χ.). Σατράπης της Καρίας (377 353 π.Χ.). Ήταν γιος του σατράπη της Καρίας, Εκατόμνου, και μολονότι ο ίδιος ήταν επισήμως σατράπης, στην πραγματικότητα υπήρξε ανεξάρτητος δυνάστης της Καρίας. Αρχικά διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον… …   Dictionary of Greek

  • Мавзол — (Μαύσωλος, Mausolus) династ Карии в 377 353 г. до Р. Хр., прежде персидский сатрап; сделал Карию независимой от персов, возвысил значение гор. Галикарнаса, вмешивался в дела Родоса и других о вов, возбуждая этим неудовольствие афинян. При дворе М …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Μαυσώλοιο — Μαύσωλος tomb masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαυσώλου — Μαύσωλος tomb masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαυσώλων — Μαύσωλος tomb masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαυσώλῳ — Μαύσωλος tomb masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαύσωλε — Μαύσωλος tomb masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαύσωλοι — Μαύσωλος tomb masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μαύσωλον — Μαύσωλος tomb masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Mausolus — from Guillaume Rouillé s Promptuarii Iconum Insigniorum (Lyon, 1555) Satrap of Caria Reign …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»