-
1 Μαργιτεία
Μαργῑτ-εία, ἡ,A = Μαργιτομανία, Phld.Rh.1.139 S.; cf. sq.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Μαργιτεία
-
2 Μαργίτης
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Μαργίτης
-
3 Μαργιτομανής
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Μαργιτομανής
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский