-
1 Μάγνης
Μάγνης, ητος, ὁ, Magnesian, i.e. a dweller in Magnesia in Thessaly, Il.2.756, S.El. 705, etc.; or in Magnesia in Lydia, Hdt.3.90, etc.: —fem. [full] Μάγνησσα Theoc.22.79:—hence [full] Μαγνησίη, ἡ, Magnesia in Asia, Hdt.3.122, al.; in Thessaly, Id.7.176, al.:—Adj. [full] Μαγνητικός, ή, όν, Magnesian, A.Pers. 492: fem. [full] Μαγνῆτις, ιδοςb a throw of the dice, Hsch.II Μαγνῆτις λίθος, ἡ, the magnet, E.Fr. 567, cf. Pl. Ion 533d, Eub.77, etc.: without λίθος, Sch.Pl.R. 600a; alsoἡ Μαγνησίη λίθος Hp.Int.21
, cf. Ach.Tat.1.17;ἡ Μάγνησσα Orph. L. 307
;ὁ Μάγνης λίθος Porph.Abst.4.20
; ὁ M. alone, Alex.Aphr. Pr.2.59; M.ὁ πνέων PMag.Par.1.2631
; alsoὁ Μαγνήτης λίθος Dsc. 5.130
, Phlp.in Ph.403.23;ἡ Μαγνῆτις πέτρα Dsc.5.126
.2 Μαγνῆτις λίθος, also, a mineral resembling silver, prob. a kind of talc, Thphr.Lap.41. -
2 Μάγνης
Μάγνηςthe magnet: masc nom sg -
3 Μάγνης
1 of Magnesia in Thessaly. Μάγνητι Κενταύρῳ i. e. Cheiron, whose cave was on Mt. Pelion P. 3.45 m. pl. pro subs.,ἐσθὰς δ' ἀμφοτέρα μιν ἔχεν, ἅ τε Μαγνήτων ἐπιχώριος P. 4.80
ξυνᾶνα Μαγνήτων σκοπὸν πείσαισ' ἀκοίταν ποικίλοις βουλεύμασιν i. e. Akastos, king of Iolkos. N. 5.27 -
4 Μαγνητικόν
Μάγνηςthe magnet: masc acc sgΜάγνηςthe magnet: neut nom /voc /acc sgΜαγνητικόςthe magnet: masc acc sgΜαγνητικόςthe magnet: neut nom /voc /acc sg -
5 Μαγνησί
Μαγνήςdat pl -
6 Μαγνητικήν
Μάγνηςthe magnet: fem acc sg (attic epic ionic)Μαγνητικόςthe magnet: fem acc sg (attic epic ionic) -
7 Μαγνητίδεσσιν
Μάγνηςthe magnet: fem dat pl (epic aeolic)Μαγνῆτιςthe magnet: fem dat pl (epic aeolic) -
8 Μαγνήσσης
Μάγνηςthe magnet: fem gen sg (attic epic ionic) -
9 Μαγνήτιδας
Μάγνηςthe magnet: fem acc plΜαγνῆτιςthe magnet: fem acc pl -
10 Μαγνήτιδες
Μάγνηςthe magnet: fem nom /voc plΜαγνῆτιςthe magnet: fem nom /voc pl -
11 Μαγνήτιδι
Μάγνηςthe magnet: fem dat sgΜαγνῆτιςthe magnet: fem dat sg -
12 Μαγνήτιδος
Μάγνηςthe magnet: fem gen sgΜαγνῆτιςthe magnet: fem gen sg -
13 Μαγνήτισιν
Μάγνηςthe magnet: fem dat plΜαγνῆτιςthe magnet: fem dat pl -
14 Μαγνήτων
Μάγνηςthe magnet: masc gen pl -
15 Μάγνησι
Μάγνηςthe magnet: masc dat pl -
16 Μάγνησιν
Μάγνηςthe magnet: masc dat pl -
17 Μάγνησσα
Μάγνηςthe magnet: fem nom /voc sg -
18 Μάγνησσαν
Μάγνηςthe magnet: fem acc sg -
19 Μάγνητα
Μάγνηςthe magnet: masc acc sg -
20 Μάγνητας
Μάγνηςthe magnet: masc acc pl
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Μάγνης — the magnet masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μάγνης — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν γιος του Αιόλου και της Εναρέτης και πατέρας του μυθικού μουσικού Λίνου, γενάρχης των Μαγνήτων. II (Ικαρία περ. 480 π.Χ. – 450 π.Χ.). Κωμωδιογράφος. Θεωρείται ο παλαιότερος ποιητής της αρχαίας… … Dictionary of Greek
Μάγνης, Ιωσήφ — (Μαγνησία Μικράς Ασίας 1800 – Σμύρνη 1871). Αγωνιστής του 1821 και λόγιος. Φοιτούσε στο γυμνάσιο της Χίου, όταν έγινε η σφαγή στο νησί, αλλά κατόρθωσε να διαφύγει στη Σμύρνη, όπου με δικά του χρήματα συγκρότησε σώμα εθελοντών. Αποβιβάστηκε με το… … Dictionary of Greek
Μάγνης, Πέτρος — (Ζαγορά Πηλίου 1880 – Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 1955). Φιλολογικό ψευδώνυμο του ποιητή Κωνσταντίνου Κωνσταντινίδη. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η πρώτη του ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε στην Αθήνα με τον τίτλο Φτερουγίσματα (1902).… … Dictionary of Greek
Θεύδιος ο Μάγνης — (4ος αι. π.Χ.). Μαθηματικός και φιλόσοφος. Καταγόταν από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας. Ο Θ., που υπήρξε μαθητής του Εύδοξου στην Ακαδημία του Πλάτωνα, ήταν συμμαθητής των περίφημων μαθηματικών αδελφών Μεναίχμου και Δεινοστράτη. Για τη… … Dictionary of Greek
Μακάριος ο Μάγνης — (τέλη 4ου – αρχές 5ου αι. της). Εκκλησιαστικός συγγραφέας από τη Μαγνησία της Καρίας ή της Λυδίας. Έγραψε απολογία για την υπεράσπιση του χριστιανισμού με τον τίτλο Μονογενής ή Αποκριτικός της Έλληνας … Dictionary of Greek
Μαγνητικῶν — Μάγνης the magnet fem gen pl Μάγνης the magnet masc/neut gen pl Μαγνητικός the magnet fem gen pl Μαγνητικός the magnet masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μαγνητικόν — Μάγνης the magnet masc acc sg Μάγνης the magnet neut nom/voc/acc sg Μαγνητικός the magnet masc acc sg Μαγνητικός the magnet neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μαγνησί — Μαγνής dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μαγνητικῆς — Μάγνης the magnet fem gen sg (attic epic ionic) Μαγνητικός the magnet fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μαγνητικήν — Μάγνης the magnet fem acc sg (attic epic ionic) Μαγνητικός the magnet fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)