Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Λακεδαιμονίᾳ

См. также в других словарях:

  • Λακεδαιμονία — Λακεδαιμονίᾱ , Λακεδαιμόνιος fem nom/voc/acc dual Λακεδαιμονίᾱ , Λακεδαιμόνιος fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λακεδαιμονίᾳ — Λακεδαιμονίᾱͅ , Λακεδαιμόνιος fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λακεδαιμόνια — Λακεδαιμόνιος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λακεδαιμονίας — Λακεδαιμονίᾱς , Λακεδαιμόνιος fem acc pl Λακεδαιμονίᾱς , Λακεδαιμόνιος fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λακεδαιμονίαι — Λακεδαιμονίᾱͅ , Λακεδαιμόνιος fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λακεδαιμονίαν — Λακεδαιμονίᾱν , Λακεδαιμόνιος fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • σπάρτη — I Μυθικό πρόσωπο επώνυμη ηρωίδα της Σπάρτης κόρη του Ευρώτα και της Κλήτας και σύζυγος του Λακεδαίμονα. Ήταν μητέρα του Αμύκλα, της Ευρυδίκης, του Ίμερου και της Ασίνης. II Πόλη (14.084 κάτ.) της νότιας Πελοποννήσου, πρωτεύουσα του νομού Λακωνίας …   Dictionary of Greek

  • Δράμαλης — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Δημήτριος. Καταγόταν από τη Λακεδαιμονία αλλά αργότερα εγκαταστάθηκε στο Λιβόρνο. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση ακολούθησε μαζί με άλλους ομογενείς τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο στην Ελλάδα και πολέμησε στη Στερεά υπό τις… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»