Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Κόρινθος

  • 1 Κόρινθος

    Κόρινθος (-ος, -ου, -ῳ, -ον.) in whose vicinity the Isthmian games were held in honour of Poseidon. καὶ Κορίνθου δειράδ' ἐποψόμενος δαιτικλυτάν (sc. Ποσειδάν) O. 8.52 ἐν Κορίνθου πύλαις at the Isthmian games O. 9.86
    1

    τὰν ὀλβίαν Κόρινθον, Ἰσθμίου πρόθυρον Ποτειδᾶνος, ἀγλαόκουρον O. 13.4

    οὐ ψεύσομ' ἀμφὶ Κορίνθῳ O. 13.52

    Κορίνθου τ' ἐν μυχοῖς at Isthmian games N. 10.42 ὁ κινητὴρ δὲ γᾶς Ὀγχηστὸν οἰκέων καὶ γέφυραν ποντιάδα πρὸ Κορίνθου τειχέων i. e. the Isthmian sanctuary I. 4.20 ἀμφίπολοι Πειθοῦς ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ the temple prostitutes of Aphrodite fr. 122. 2. proverb.,

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας, Διὸς Κόρινθος N. 7.105

    Lexicon to Pindar > Κόρινθος

  • 2 Κόρινθος

    Κόρινθος, and , Corinth, the city and country, ἀφνειὸς K. Il.2.570, Pi.Fr.122.2; ὀφρυόεντα K. Orac. ap. Hdt.5.92.β, cf. Plb.4.67.8, Str.8.6.20; but K. Hdt.3.50, Th.1.25, etc.; εὐδαίμων K. Hdt.3.52; famed for its luxury and extravagance, whence prov. οὐ παντὸς ἀνδρὸς εἰς K.
    II son of Zeus, reputed founder of Corinth, Paus.2.1.1: prov., Διὸς Κόρινθος, used of persons who are always repeating the same old story, Pi.N.7.105, cf. Ar.Ra. 443, Ec. 828, Pl.Euthd. 292e.
    III Adv. [full] Κορινθόθι, at Corinth, Il. 13.664; [full] Κορινθόθεν, from C., Michel 1087 (Olympia, V B.C.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Κόρινθος

  • 3 Κόρινθος

    Κόρινθος
    at: fem nom sg

    Morphologia Graeca > Κόρινθος

  • 4 Κόρινθος

    Κόρινθος: Corinth, Il. 2.570; anciently named Ephyra.— Κορινθόθι, at Corinth, Il. 13.664.

    A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > Κόρινθος

  • 5 Κόρινθος

    Κόρινθος, ου, ἡ (Hom. et al.; ins, Philo, SibOr 3, 487 al.; Just., D. 1, 3; Ath. 17, 2) Corinth a city in Greece on the isthmus of the same name. From 27 B.C. capital of the senatorial province of Achaia, and seat of the proconsul. The Christian congregation there was founded by Paul on his so-called second missionary journey, Ac 18:1, 27 D; 19:1; 1 Cor 1:2; 2 Cor 1:1, 23; 2 Ti 4:20; 1 Cl ins; MPol 22:2; EpilMosq 5; AcPl Ha 6, 1f; AcPlCor 1:2; 2:1; ἄνδρες Κ. 2:26. Also subscr. of Ro v.l. and 1 Th.—ECurtius, Peloponnesos II 1852, 514ff; JCladder, Korinth 1923; OBroneer, BA 14, ’51, 78–96; Pauly-W. Suppl. IV 991–1036; VI 182ff, 1350f; Kl. Pauly III 301ff; BHHW II 988ff; Corinth, Results of Excavations Conducted by the American School of Classical Studies at Athens 1929ff; RCarpenter, Korinthos6 ’60; FJdeWaele, Corinth and St. Paul ’61; DESmith, The Egyptian Cults at Corinth: HTR 70, ’77, 201–31; GTheissen, The Social Setting of Pauline Christianity ’82 (Eng. tr.); JMurphy-O’Connor, St. Paul’s Corinth ’83 (reff.), Corinth: ABD I 1134–39 (add. lit.); PECS 240–43.—S. the Corinthian ins (Dssm., LO 12, 8 [LAE 16, 7]): [συνα]γωγὴ Ἑβρ[αίων]=Boffo, Iscrizioni no. 45 and lit. p. 361f. Strabo 8, 6, 20 suggests the problems of immorality associated with a major port city, but his references to cult prostitution, as in his quotation of the proverb οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐς Κόρινθον ἔσθʼ ὁ πλοῦς ibid. (=Aristoph. Fgm. 902a; cp. Ael. Aristid. 29, 17 K.=40 p. 755 D.) concern pre-Roman times and have been used without adequate caution for inferences about Paul’s Corinth.

    Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία > Κόρινθος

  • 6 Κορίνθω

    Κόρινθος
    at: fem nom /voc /acc dual
    Κόρινθος
    at: fem gen sg (doric aeolic)
    ——————
    Κόρινθος
    at: fem dat sg

    Morphologia Graeca > Κορίνθω

  • 7 Κορινθόθι

    Κόρινθος
    at: indeclform (adverb)

    Morphologia Graeca > Κορινθόθι

  • 8 Κορίνθου

    Κόρινθος
    at: fem gen sg

    Morphologia Graeca > Κορίνθου

  • 9 Κόρινθε

    Κόρινθος
    at: fem voc sg

    Morphologia Graeca > Κόρινθε

  • 10 Κόρινθοι

    Κόρινθος
    at: fem nom /voc pl

    Morphologia Graeca > Κόρινθοι

  • 11 Κόρινθον

    Κόρινθος
    at: fem acc sg

    Morphologia Graeca > Κόρινθον

  • 12 Κορίνθωι

    Κορίνθῳ, Κόρινθος
    at: fem dat sg

    Morphologia Graeca > Κορίνθωι

  • 13 Ζεύς

    Ζεύς (Ζεύς, Δᾰός, Δ, [Διί codd.], Δία, Ζεῦ; Ζηνός, Ζηνί, Ζῆνα.)
    1 genealogical relationships. son of Kronos,

    Κρονίδα βαρυγδούπου Διός O. 8.44

    Κρονίων Ζεὺς πατὴρP. 4.23

    Κρονίδαο Ζηνὸς υἱοί P. 4.171

    πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ N. 1.72

    Κρονίδᾳ τε Δὶ N. 4.9

    σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι I. 2.24

    ] Κρονίων Ζεὺς ?fr. 334a. 10, cf. O. 2.12 husband of Hera,

    Ἥρας τὰν Διὸς εὐναὶ λάχον P. 2.27

    Διὸς ἄκοιτιν P. 2.34

    cf. N. 7.95 husband of Thetis, Θέμιν ἄλοχον Διὸς fr. 30. 5. cf. fr. 31. son of Rhea v. O. 2.12 brother of Hestia and Hera,

    Ἑστία, Ζηνὸς ὑψίστου κασιγνήτα καὶ ὁμοθρόνου Ἥρας N. 11.2

    lover of Aigina,

    Αἴγινα, τεῶν Διός τ' ἐκγόνων N. 7.50

    Διὸς Αἰγίνας τε λέκτρον N. 8.6

    Ζηνί τε ἅδον βασιλέι (sc. Αἴγινα καὶ Θήβα) I. 8.18 lover of Alkmene, P. 4.171

    τέκε οἱ καὶ Ζηνὶ μιγεῖσα Ἀλκμήνα P. 9.84

    Ζεὺς ἐπ' Ἀλκμήναν Δανάαν τε μολὼν N. 10.11

    lover of Danae, N. 10.11 lover of Leda, P. 4.171 lover of Semele O. 2.27, and of Thyone,

    ἀτὰρ λευκωλένῳ γε Ζεὺς πατὴρ ἤλυθεν ἐς λέχος ἱμερτὸν Θυώνᾳ P. 3.98

    lover of Thebe, I. 8.18, cf. test., fr. 290. lover of Ganymede,

    ἦλθε καὶ Γανυμήδης Ζηνὶ O. 1.45

    prospective lover of Thetis, ( Θέτιν) Ζηνὶ μισγομέναν ἢ Διὸς πὰρ ἀδελφεοῖσιν (Tric.: Διὶ codd.: Δί τε Hermann) I. 8.35 cf. I. 8.27 father of Apollo & Artemis,

    παίδων Διός P. 3.12

    father of Athena,

    αὐτὰ Ζηνὸς ἐγχεικεραύνου παῖς O. 13.77

    ( Ζεὺς) ὃς καὶ τυπεὶς ἁγνῷ πελέκει τέκετο ξανθὰν Ἀθάναν fr. 34, cf. O. 7.36 father of Herakles,

    Διὸς ἄλκιμος υἱὸς O. 10.44

    παῖς Διὸς N. 1.35

    , cf. P. 9.84, I. 6.42 ]ἐπὶ βρέφος οὐρανίου Διός[ Πα. 2. ]Διὸς υἱόν P. Oxy. 2622. fr. 1. 15. father of Polydeukes,

    Ζεὺς δ' ἀντίος ἤλυθέ οἱ N. 10.79

    father of Aiakos, N. 7.84, I. 8.18, cf. Pae. 15.5 father of Korinthos,

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας, Διὸς Κόρινθος N. 7.105

    father of Muses,

    κόραι Πιερίδες Διός O. 10.96

    father of Graces O. 14.14 father of Fortune,

    παῖ Ζηνὸς ἐλευθερίου σώτειρα Τύχα O. 12.1

    father of Truth,

    θυγάτηρ Ἀλάθεια Διός O. 10.4

    father of Peirithoos, φὰν δ' ἔμμεναι Ζηνὸς υἱοὶ καὶ κλυτοπώλου Ποσειδάωνος sc. Peirithoos and Theseus fr. 243.
    2 king and all powerful father of gods and men.

    πατέρ' Οὐρανιδᾶν ἐγχεικέραυνον Ζῆνα P. 4.194

    Ζεὺς πατήρ O. 2.27

    ὦ Ζεῦ πάτερ O. 7.87

    ὕπατ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας, Ζεῦ πάτερ O. 13.26

    Ζεὺς πατὴρ P. 3.98

    Κρονίων Ζεὺς πατὴρP. 4.23

    Ζεῦ πάτερ N. 8.35

    , N. 9.31, N. 9.53, N. 10.29

    παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ N. 10.55

    ὦ Ζεῦ πάτερ” (Herakles speaks) I. 6.42 Ζεὺς πατήρ fr. 93. v.

    πατήρ. Ζεὺς ἀθανάτων βασιλεύς N. 5.35

    Ζηνὶ βασιλέι I. 8.18

    , cf. O. 7.34, N. 7.82, N. 10.16

    ὑπέρτατε Ζεῦ O. 4.1

    εὐρυτίμου Διός O. 1.42

    Ὀλύμπου δεσπότας Ζεὺς N. 1.14

    πρὸς Ὀλυμπίου Διός Πα. 6. 1, cf. O. 2.12, O. 14.12

    Διὸς ὑψίστου N. 1.60

    Ζηνὸς ὑψίστου N. 11.2

    Ζεὺς τά τε καὶ τὰ νέμει, Ζεύς ὁ πάντων κύριος I. 5.53

    , cf. P. 5.122

    Ζεὺς ὁ θεῶν σκοπὸς Pae. 6.94

    οὐρανίου Διός Pae. 20.9

    v. also,

    μεγασθενής, ἀριστοτέχνας, κράτιστος, εὐρύζυγος. Ζεὺς ἄφθιτος P. 4.291

    ἐν τᾷδε Διὸς ἀρχᾷ i. e. on earth O. 2.58 παρὰ σκᾶ[πτ]ον Διὸς Οὐρανίδαι ἐν μεγάροις ἵσταντι Δ. 2. 7.
    3 as patron and cult god. of the Aiakidai;

    Αἴγινα φίλα μᾶτερ, ἐλευθέρῳ στόλῳ πόλιν τάνδε κόμιζε Δὶ καὶ κρέοντι σὺν Αἰακῷ P. 8.99

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἶμα N. 3.65

    ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνὸς ἥρωας αἰχματὰς φυτευθέντας Αἰακίδας N. 5.7

    of the Eratidai;

    τὸ μὲν γὰρ πατρόθεν ἐκ Διὸς εὔχονται O. 7.23

    of the Blepsiadai;

    Τιμόσθενες, ὔμμε δ' ἐκλάρωσεν πότμος Ζηνὶ γενεθλίῳ O. 8.16

    of the Aiolidai; “ μάρτυς ἔστω Ζεὺς ὁ γενέθλιος ἀμφοτέροιςP. 4.167, cf. P. 4.107 as Ζεὺς γενέθλιος, v. O. 8.16, P. 4.167 as

    Ζεὺς σωτήρ; σωτὴρ ὑψινεφὲς Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον O. 5.17

    σωτῆρος Διὸς fr. 30. 5, cf. I. 6.8 as

    Ζεὺς Αἰτναῖος; Ζηνὸς Αἰτναίου κράτος O. 6.96

    Ζηνὸς Αἰτναίου χάριν N. 1.6

    , cf.

    Ζεῦ, ὃς τοῦτ' ἐφέπεις ὄρος P. 1.29

    as

    Ζεὺς λτ;γτ;ένιος; σώτειρα Διὸς ξενίου πάρεδρος Θέμις O. 8.21

    καὶ ξενίου Διὸς ἀσκεῖται θέμις N. 11.8

    cf. N. 5.33 as

    Ζεὺς Λυκαῖος; Ζηνὸς ἀμφὶ πανάγυριν Λυκαίου O. 9.96

    cf. O. 13.108, N. 10.48 as Zeus-Aristaios; “θήσονταί τέ νιν ἀθάνατον, Ζῆνα καὶ ἁγνὸν Ἀπόλλων' τοῖς δ Ἀρισταῖον καλεῖν” in Cyrene P. 9.64 as

    Ζεὺς ἐλευθέριος; παῖ Ζηνὸς ἐλευθερίου Τύχα O. 12.1

    as

    Ζεῦς τέλειος; Ζεῦ τέλεἰ, αἰδῶ δίδοι O. 13.115

    Ζεῦ τέλεἰ P. 1.67

    , cf. N. 10.29 as Ζεὺς Ἄμμων; Διὸς ἐν Ἄμμωνος θεμέθλοιςP. 4.16 Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον ἐνεῖκαι” i. e. to Libya P. 9.53, cf. fr. 36. as Ζεὺς Δωδωναῖος; v. fr. 57. as Ζεὺς Ἑλλάνιος, in Aigina.

    πὰρ βωμὸν πατέρος Ἑλλανίου N. 5.10

    ὦ Διὸς Ἑλλανίου φαεννὸν ἄστρον Pae. 6.125

    as Ζεὺς Ἀταβύριος, in Rhodes.

    ἀλλ' ὦ Ζεῦ πάτερ, νώτοισιν Ἀταβυρίου μεδέων O. 7.87

    as Ζεὺς ἑρκεῖος; v. Pae. 6.114 as Ζεὺς Ὀλύμπιος, of Olympia.

    Πίσα μὲν Διός O. 2.3

    Διὸς πανδόκῳ ἄλσει O. 3.17

    cf. O. 10.45

    σωτὴρ ὑψινεφὲς Ζεῦ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον, τιμῶν τ' Αλφεόν O. 5.17

    βωμῷ τε μαντείῳ Διὸς ἐν Πίσᾳ O. 6.5

    Ζηνὸς ἐπ' ἀκροτάτῳ βωμῷ τότ αὖ χρηστήριον θέσθαι κέλευσεν O. 6.70

    Οὐλυμπία, ἵνα μάντιες ἄνδρες ἐμπύροις τεκμαιρόμενοι παραπειρῶνται Διὸς ἀργικεραύνου O. 8.3

    κόσμον Ὀλυμπίᾳ, ὅν σφι Ζεὺς γένει ὤπασεν O. 8.83

    Δία τε φοινικοστερόπαν σεμνόν τ' ἐπίνειμαι ἀκρωτήριον Ἄλιδος O. 9.6

    ἀγῶνα δ' ἐξαίρετον Διός O. 10.24

    ὕπατ' εὐρὺ ἀνάσσων Ὀλυμπίας Ζεῦ πάτερ O. 13.26

    Δὶ τοῦτ' Ἐνυαλίῳ τ ἐκδώσομεν πράσσειν O. 13.106

    μία δ' ἐκπρεπὴς Διὸς Ὀλυμπίας (sc. νίκα) P. 7.15

    σπονδοφόροι Κρονίδα Ζηνὸς Ἀλεῖοι I. 2.24

    γαῖαν τὰν δὴ καλέοισιν Ὀλυμπίου Διὸς ἄλσος I. 2.27

    as

    Ζεὺς Νεμεαῖος; Νεμεαίου ἐν πολυυμνήτῳ Διὸς ἄλσει N. 2.5

    Ζεῦ, τεὸν γὰρ αἷμα, σέο δ' ἀγών N. 3.65

    Κρονίδᾳ τε Δὶ καὶ Νεμέᾳ N. 4.9

    Διὸς δὲ μεμναμένος ἀμφὶ Νεμέᾳ N. 7.80

    ἐν Νεμέᾳ μὲν πρῶτον, ὦ Ζεῦ, τὶν ἄωτον δεξάμενοι στεφάνων I. 6.3

    ὀκτὼ στεφάνοις ἔμιχθεν ἤδη· ἑπτὰ δ' ἐν Νεμέᾳ, τὰ δ οἴκοι μάσσον ἀριθμοῦ, Διὸς ἀγῶνι (contra, Διὸς ἀγῶνι with τὰ οἴκοι Σ.) N. 2.24
    4 as master of the elements.

    ἐλατὴρ ὑπέρτατε βροντᾶς ἀκαμαντόποδος Ζεῦ O. 4.1

    ὑψινεφὲς Ζεῦ O. 5.17

    Διὸς ἀργικεραύνου O. 8.3

    Κρονίδα βαρυγδούπου Διός O. 8.44

    Δία τε φοινικοστερόπαν O. 9.6

    αἰολοβρέντα Διὸς αἴσᾳ O. 9.42

    ἀλλὰ Ζηνὸς τέχναις ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν O. 9.52

    πυρπάλαμον βέλος ὀρσικτύπου Διός O. 10.81

    Ζηνὸς ἐγχεικεραύνου παῖς O. 13.77

    ἐγχεικέραυνον Ζῆνα P. 4.194

    cf. N. 9.25, N. 10.8, 71.

    ὀρσινεφὴς Ζεὺς N. 5.35

    κελαινεφἔ ἀργιβρένταν Ζῆνα Pae. 12.10

    ἐρισφάραγος ( Ζεύς) fr. 15.
    5
    a Zeus' emblem the eagle.

    Διὸς πρὸς ὄρνιχα θεῖον O. 2.88

    Διὸς αἰετός P. 1.6

    χρυσέων Διὸς αἰετῶν P. 4.4

    b giver of oracles and omens.

    ὣς ἐμοὶ φάσμα λέγει Κρονίδα πεμφθὲν βαρυγδούπου Διός O. 8.44

    αἰσίαν δ' ἐπί οἱ Κρονίων Ζεὺς πατὴρ ἔκλαγξε βροντάνP. 4.23 cf. P. 4.197, N. 9.19

    Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον, ὀρθόμαντιν Τειρεσίαν N. 1.60

    κατένευσέν τέ οἱ ὀρσινεφὴς ἐξ οὐρανοῦ Ζεὺς N. 5.35

    τὸ δ' ἐκ Διὸς ἀνθρώποις σαφὲς οὐχ ἕπεται τέκμαρ N. 11.43

    cf. O. 6.5, O. 6.70, O. 8.3 Δ[ιὸ]ς δ' ἄκ[ουσεν ὀ]μφάν. (supp. Bury: sc. Κάδμος) Δ. 2. 29.
    c giver of blessings.

    Διὸς δὲ χάριν ἐκ προτέρων μεταμειψάμενοι καμάτων P. 3.95

    τάν ποτε Ζεὺς ὤπασεν τιμάν P. 4.107

    Διός τοι νόος μέγας κυβερνᾷ δαίμον' ἀνδρῶν φίλων P. 5.122

    Ζεῦ, μεγάλαι δ

    ἀρεταὶ θνατοῖς ἕπονται ἐκ σέθεν I. 3.4

    μελέταν δὲ σοφισταῖς Διὸς ἕκατι πρόσβαλον σεβιζόμενοι I. 5.29

    Διὸς παῖς ὁ χρυσός fr. 222. 1.
    d punishes Ixion,

    δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.40

    punishes Apharetidai,

    καὶ πάθον δεινὸν παλάμαις Ἀφαρητίδαι Διός N. 10.65

    Ζεὺς δ' ἐπ Ἴδᾳ πυρφόρον πλᾶξε ψολόεντα κεραυνόν N. 10.71

    punishes Typhon, κεράιζε Τυφῶνα πεντηκοντοκέφαλον ἀνάγκᾳ Ζεὺς πατὴρ fr. 93. cf.

    ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται P. 1.13

    frees Titans,

    λῦσε δὲ Ζεὺς ἄφθιτος Τιτᾶνας P. 4.291

    buries Amphiareus,

    ὁ δ' Ἀμφιαρεῖ σχίσσεν κεραυνῷ παμβίᾳ Ζεὺς τὰν βαθύστερνον χθόνα N. 9.25

    γαῖα δ' κεραυνωθεῖσα Διὸς βέλεσιν N. 10.8

    his abode sought by Bellerophon, τὸν δ (sc. Πάγασον)

    ἐν Οὐλύμπῳ φάτναι Ζηνὸς ἀρχαῖαι δέκονται O. 13.92

    ἐθέλοντ' ἐς οὐρανοῦ σταθμοὺς ἐλθεῖν μεθ ὁμάγυριν Βελλεροφόνταν Ζηνός I. 7.47

    e as prelude,

    ἀοιδοὶ ἄρχονται Διὸς ἐκ προοιμίου N. 2.3

    αἱ δὲ πρώτιστον μὲν ὕμνησαν Διὸς ἀρχόμεναι σεμνὰν Θέτιν N. 5.25

    f in various other connections. ἔτειλαν (sc. ἐσλοὶ)

    Διὸς ὁδὸν παρὰ Κρόνου τύρσιν O. 2.70

    Ζηνὸς ἦτορ λιταῖς ἔπεισε (sc. Θέτις) O. 2.79

    χθόνα δατέοντο Ζεύς τε καὶ ἀθάνατοι O. 7.55

    Ζεὺς ἄμπαλον μέλλεν θέμεν O. 7.61

    ὀρθωθεῖσα ναύταις ἐν πολυφθόρῳ Σαλαμὶς Διὸς ὄμβρῳ I. 5.49

    τρέω τοι πόλεμον Διὸς Ἐννοσίδαν τε βαρύκτυπον” Euxantios speaks

    Πα... ἀλλά σε πρὸς Διός, ἱπποσόα θοάς, ἱκετεύω Pae. 9.7

    τὸ δὲ μὴ Δὶ φίλτερον σιγῷμι πάμπαν fr. 81 ad Δ. 2. fig.,

    μὴ μάτευε Ζεὺς γενέσθαι I. 5.14

    6 frag. & test. Porphyr., de abst., 3. 16, Πίνδαρος δὲ ἐν προσοδίοις πάντας τοὺς θεοὺς ἐποίησεν, ὅτε ὑπὸ Τυφῶνος ἐδιώκοντο, οὐκ ἀνθρώποις ὁμοιωθέντας, ἀλλὰ τοῖς ἄλλοις ζῴοις. ἐρασθέντα δὲ Πασιφάης ( φασὶ coni. Bergk) Δία γενέσθαι ( νῦν add. Abresch) μὲν ταῦρον, νῦν δὲ ἀετὸν καὶ κύκνον (verba ἀλλὰ κύκνον non ad carmen Pindaricum spectare censuit Turyn: v. Griffiths, Hermes, 1960, 374.) fr. 91. The punishment of the Cyclops by Zeus is probably alluded to in fr. 266.

    τὰ δ' α[ ] Ζεὺς οἶδ[ Παρθ. 2. 33. Διὸς[ Pae. 6.145

    Διὸς οὐκ ἐθελο[ Πα. 7B. 43. ] Ζηνί γε πα[ fr. 60a. 5.

    Lexicon to Pindar > Ζεύς

  • 14 μαψυλάκας

    1 chatterer ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας Διὸς Κόρινθος” ( μαψυλάκαις coni. J. G. Schneider: cf. Fränkel, Nom. Ag., 2. 95.) N. 7.105

    Lexicon to Pindar > μαψυλάκας

  • 15 ὅστε

    ὅστε, ὅς τε ( ὅντε), οἵτε); ἅτε), ἅντε, αἵτε; ἅτε nom., acc.)
    a rel., who, which

    Μοῖῤ, ἅ τε πατρώιον τῶνδ' ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.35

    Καφισίων ὑδάτων λαχοῖσαι αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν, Χάριτες ( ταίτε coni. Bergk) O. 14.2

    θυγατέρι. ἅν τε δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.39

    ( Πηλεὺς καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν, οἵ τε ἄιον P. 3.89

    φιλίων δ' ἐπέων ἄρχετο, ξείνοις ἅ τ ἐλθόντεσσιν εὐεργέται δεῖπν ἐπαγγέλλοντι πρῶτονP. 4.30 [ οἳ τε (codd.: οἳ γε Mosch.: οἳ λτ;προγτ; Schr.: τε del. Wil., edd. plerique) P. 7.10]

    χάριν. ἅ τε τὸν Ἰφικλείδαν διαφέρει Ἰόλαον P. 11.59

    φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων, Φερσεφόνας ἕδος, ἅ τ' ὄχθαις ἔπι μηλοβότου ναίεις Ἀκράγαντος ἐύδματον κολώναν, ὦ ἄνα P. 12.2

    ἀρούραισιν, αἵτ' ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.9

    ἀεθλοφόροι οἵ τε πόνων ἐγεύσαντο N. 6.24

    ἔργα. Βασσίδαισιν ἅ τ' οὐ σπανίζει N. 6.31

    ὥρα πότνια, ἅ τε παρθενηίοις παίδων τ' ἐφίζοισα γλεφάροις τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δ ἑτέραις (v. Barrett on Eur., Hipp. 526) N. 8.2

    ἱππίων ἀέθλων κορυφάν, ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος N. 9.9

    χαλκὸν μυρίον ὅν τε Κλείτωρ θῆκε N. 10.47

    παῖ Ῥέας, ἅ τε πρυτανεῖα λέλογχας, Ἑστία N. 11.1

    Νικόμαχος ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἐνέγνον I. 2.23

    φάμα · ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις Σικυῶνος I. 4.25

    ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει I. 4.47

    Πηλέι, ὅν τ' εὐσεβέστατον φάτις Ἰαολκοῦ τράφειν πεδίονI. 8.40 τέρας, ἅν τε βροτοὶ Δᾶλον κικλῄσκοισιν fr. 33c. 3.

    Πανελλάδος, ἅν τε Δελφῶν ἔθνος εὔξατο λιμοῦ θ[ Pae. 6.63

    [οἵ τ (τ balances τ v. 5.) fr. 75. 3.] ὦ μάκαρ, ὅν τε μεγάλας θεοῦ κύνα παντοδαπὸν καλέοισιν Ὀλύμπιοι fr. 96. 1. νεάνιδες, αἵ τε τᾶς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε fr. 122. 3. τῶ[ν.. Λο]κρῶν τις, οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 4. πῦρ πνέοντος ἅ τε κεραυνοῦ ἄγχιστα (sc. ἡμένα Ἀθάνα) fr. 146. om. antecedent,

    σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91

    b n. pl. ἅτε,
    I just as, like c. subs., part., gen. abs.

    ὁ δὲ χρυσὸς αἰθόμενον πῦρ ἅτε διαπρέπει νυκτὶ O. 1.2

    τεά κεν ἐνδομάχας ἅτ' ἀλέκτωρ συγγόνῳ παῤ ἑστίᾳ ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12.14

    ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας Διὸς Κόρινθος N. 7.105

    εἶπέν τε φωνήσαις ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51

    ἤτορι δὲ φίλῳ παῖς ἅτε ματέρι κεδνᾷ πειθόμενος Pae. 6.12

    ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.
    II inasmuch as c. part.

    ποτὶ δ' ἐχθρὸν ἅτ ἐχθρὸς ἐὼν ὑποθεύσομαι P. 2.84

    Lexicon to Pindar > ὅστε

  • 16 ὅς τε

    ὅστε, ὅς τε ( ὅντε), οἵτε); ἅτε), ἅντε, αἵτε; ἅτε nom., acc.)
    a rel., who, which

    Μοῖῤ, ἅ τε πατρώιον τῶνδ' ἔχει τὸν εὔφρονα πότμον O. 2.35

    Καφισίων ὑδάτων λαχοῖσαι αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν, Χάριτες ( ταίτε coni. Bergk) O. 14.2

    θυγατέρι. ἅν τε δόλον αὐτῷ θέσαν Ζηνὸς παλάμαι P. 2.39

    ( Πηλεὺς καὶ Κάδμος)

    λέγονται μὰν βροτῶν ὄλβον ὑπέρτατον οἳ σχεῖν, οἵ τε ἄιον P. 3.89

    φιλίων δ' ἐπέων ἄρχετο, ξείνοις ἅ τ ἐλθόντεσσιν εὐεργέται δεῖπν ἐπαγγέλλοντι πρῶτονP. 4.30 [ οἳ τε (codd.: οἳ γε Mosch.: οἳ λτ;προγτ; Schr.: τε del. Wil., edd. plerique) P. 7.10]

    χάριν. ἅ τε τὸν Ἰφικλείδαν διαφέρει Ἰόλαον P. 11.59

    φιλάγλαε, καλλίστα βροτεᾶν πολίων, Φερσεφόνας ἕδος, ἅ τ' ὄχθαις ἔπι μηλοβότου ναίεις Ἀκράγαντος ἐύδματον κολώναν, ὦ ἄνα P. 12.2

    ἀρούραισιν, αἵτ' ἀμειβόμεναι τόκα μὲν ὦν βίον ἀνδράσιν ἐπηετανὸν ἐκ πεδίων ἔδοσαν N. 6.9

    ἀεθλοφόροι οἵ τε πόνων ἐγεύσαντο N. 6.24

    ἔργα. Βασσίδαισιν ἅ τ' οὐ σπανίζει N. 6.31

    ὥρα πότνια, ἅ τε παρθενηίοις παίδων τ' ἐφίζοισα γλεφάροις τὸν μὲν ἡμέροις ἀνάγκας χερσὶ βαστάζεις, ἕτερον δ ἑτέραις (v. Barrett on Eur., Hipp. 526) N. 8.2

    ἱππίων ἀέθλων κορυφάν, ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος N. 9.9

    χαλκὸν μυρίον ὅν τε Κλείτωρ θῆκε N. 10.47

    παῖ Ῥέας, ἅ τε πρυτανεῖα λέλογχας, Ἑστία N. 11.1

    Νικόμαχος ὅν τε καὶ κάρυκες ὡρᾶν ἐνέγνον I. 2.23

    φάμα · ἅ τε κἀν γουνοῖς Ἀθανᾶν ἅρμα καρύξαισα νικᾶν ἔν τ' Ἀδραστείοις ἀέθλοις Σικυῶνος I. 4.25

    ἀλώπηξ, αἰετοῦ ἅ τ' ἀναπιτναμένα ῥόμβον ἴσχει I. 4.47

    Πηλέι, ὅν τ' εὐσεβέστατον φάτις Ἰαολκοῦ τράφειν πεδίονI. 8.40 τέρας, ἅν τε βροτοὶ Δᾶλον κικλῄσκοισιν fr. 33c. 3.

    Πανελλάδος, ἅν τε Δελφῶν ἔθνος εὔξατο λιμοῦ θ[ Pae. 6.63

    [οἵ τ (τ balances τ v. 5.) fr. 75. 3.] ὦ μάκαρ, ὅν τε μεγάλας θεοῦ κύνα παντοδαπὸν καλέοισιν Ὀλύμπιοι fr. 96. 1. νεάνιδες, αἵ τε τᾶς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε fr. 122. 3. τῶ[ν.. Λο]κρῶν τις, οἵ τ' ἀργίλοφον πὰρ Ζεφυρίου κολώναν ν[ fr. 140b. 4. πῦρ πνέοντος ἅ τε κεραυνοῦ ἄγχιστα (sc. ἡμένα Ἀθάνα) fr. 146. om. antecedent,

    σάφα δαεὶς ἅ τε οἱ πατέρων ὀρθαὶ φρένες ἐξ ἀγαθῶν ἔχρεον O. 7.91

    b n. pl. ἅτε,
    I just as, like c. subs., part., gen. abs.

    ὁ δὲ χρυσὸς αἰθόμενον πῦρ ἅτε διαπρέπει νυκτὶ O. 1.2

    τεά κεν ἐνδομάχας ἅτ' ἀλέκτωρ συγγόνῳ παῤ ἑστίᾳ ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησεν ποδῶν O. 12.14

    ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθὺ σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι P. 2.79

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας Διὸς Κόρινθος N. 7.105

    εἶπέν τε φωνήσαις ἅτε μάντις ἀνήρ I. 6.51

    ἤτορι δὲ φίλῳ παῖς ἅτε ματέρι κεδνᾷ πειθόμενος Pae. 6.12

    ποτίκολλον ἅτε ξύλον παρὰ ξύλῳ fr. 241.
    II inasmuch as c. part.

    ποτὶ δ' ἐχθρὸν ἅτ ἐχθρὸς ἐὼν ὑποθεύσομαι P. 2.84

    Lexicon to Pindar > ὅς τε

  • 17 τέκνον

    τέκνον (- ον voc.; -οισιν, -α.)
    1 childὄρσο, τέκνονO. 6.62

    τέκνοισιν ὠκείας γνάθους ἀμφελίξασθαι μεμαῶτες N. 1.42

    Ἐλείθυια, γενέτειρα τέκνων N. 7.2

    ταὐτὰ δὲ τρὶς τετράκι τ' ἀμπολεῖν ἀπορία τελέθει, τέκνοισιν ἅτε μαψυλάκας, Διὸς Κόρινθος N. 7.105

    ὦ τέκνον” fr. 43. 1. κατὰ μὲν φίλα τέκν' ἔπεφνεν θάλλοντας ἥβᾳ δώδεκ fr. 171.

    Lexicon to Pindar > τέκνον

  • 18 πλόος

    πλόος, , [dialect] Att. [var] contr. [full] πλοῦς; pl.
    A

    πλοῖ S.Ph. 304

    , X.An.5.7.7; gen.

    πλῶν OGI132.9

    (Egypt, ii B.C.); dat.

    πλοῖς Antipho 5.83

    ; acc.

    πλοῦς Arist.Mete. 362b24

    ; later, a gen. sg. πλοός, as if of third declens. (cf. χοῦς A), Peripl.M.Rubr.62, OGI572.21 (Myra, ii/iii A.D.), X. Eph.1.14; dat.

    πλοΐ D.S.21.2

    : pl.

    πλόες Phot.

    ; acc.

    πλόας IGRom. 4.841

    ([place name] Hierapolis): ([etym.] πλέω):—sailing, voyage, Od.3.169, Hdt. (who always has the disyll. form) 2.29, etc.;

    ἔσσεται Ἀγεάνακτι καλὸς π. ἐς Μιτυλάναν Theoc.7.52

    ;

    ναῶν π. Pi.O.7.32

    ;

    πλόον ὁρμαίνειν Od.

    l.c.; πλοῦν στεῖλαι, ποιεῖσθαι, S.Aj. 1045, Ph. 552; ἔξω πλόου out of one's course, Pi.P.11.39;

    ἐπ' ἡμέρας τέσσερας πλόος Hdt.2.29

    ; μῆκός ἐστι πλόος ἡμέραι τέσσερες its length is four days' sail, ib. 158; ἐκ τῶν πλόων when the voyage is done, Id.1.185: metaph.,

    διὰ τοῦ πλοῦ.. τῆς ζωῆς Pl.Lg. 803b

    .
    2 time or tide for sailing, ὡραῖος π., εἰαρινὸς π., Hes.Op. 630, 678;

    καιρὸς καὶ π. S.Ph. 1450

    (anap.); π. ἡμῖν ἐγίγνετο, i.e. the wind was fair, Antipho 5.24, cf. Th.1.137;

    π. ἐστί τινι E.Hec. 899

    , IA92;

    παραπεσόντος π. τισί Plb.4.57.6

    ; πλῷ χρήσασθαι to have a fair wind, Th.3.3;

    πλόον δοκάζων Sophr.52

    : pl.,

    καλλίστοις ἐχρήσαντο πλοῖς Antipho 5.83

    .
    3 prov., δεύτερος π. 'the next best way', of those who try another scheme if the first fails (from those who use oars when the wind fails, ὁ δ. π. ἐστι δήπου λεγόμενος, ἂν ἀποτύχῃ τις οὐρίου (cj.),

    κώπαισι πλεῖν Men.241

    ), Pl.Phd. 99d, Phlb. 19c, Plt. 300c; δεύτερος δὲ π..., πειρᾶσθαι.. the next best thing is to try.., Arist.Pol. 1284b19;

    κατὰ τὸν δ. πλοῦν Id.EN 1109a35

    ;

    δ. ἂν εἴη π. τὸ.. Plb.8.36.6

    : prov.,

    οὐ παντὸς ἀνδρὸς ἐπὶ τράπεζάν ἐσθ' ὁ π. Nicol.Com.1.26

    , cf. Κόρινθος; ἡμέτερος ὁ π. 'our innings', Com.Adesp.274.
    4 later, = ὁδός, βαιὸν π. αἰὲν ὀκέλλει, of the crawling of a serpent, Nic.Th. 295, cf. Sch. ad loc.

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πλόος

  • 19 πρόθυρον

    A front-door, door-way, esp. of the entrance to the

    αὐλή, ἐκ δ' ἔλασε προθύροιο καὶ αἰθούσης Il.24.323

    , cf. Od.3.493: pl.,

    στῆ δ'.. ἐπὶ προθύροις Ὀδυσῆος, οὐδοῦ ἐπ' αὐλείου 1.103

    ;

    πρόθυρα δωμάτων A.Ch. 966

    (lyr.), cf. E.Tr. 194(lyr.); of the entrance to the μέγαρον, Od.18.10, 101, 386, 21.299.
    2 porch, portico,

    παραστάδας καὶ π. βούλει ποικίλα Cratin.42

    , cf. Dicaearch. Hist.59.8.
    3 space before a door, whether or not it is a porch or portico: before the outmost entrance, pl., Od.4.20, 10.220, Hdt.3.140, 6.35; sg., Pl. Prt. 314c, Smp. 175a:

    Ἑρμαῖ.. λίθινοι.. ἐν ἰδίοις προθύροις Th.6.27

    , cf. Pi.P.3.78 (sg.), Ar.V. 802 (pl.), 875 (sg.), Call.Epigr.26(sg.): before the entrance to the μέγαρον, Od.20.355 (sg.); before the entrance of a νεωκόριον, IG22.1672.208.
    II metaph.,

    Κόρινθος Ἰσθμίου πρόθυρον Ποτειδᾶνος Pi.O.13.5

    ;

    ἐπὶ τοῖς τοῦ ἀγαθοῦ προθύροις Pl.Phlb. 64c

    ;

    πρόθυρα καὶ σχῆμα.. σκιαγραφίαν ἀρετῆς περιγραπτέον Id.R. 365c

    ;

    χείλη.. στόματος νεκταρέου πρόθυρα AP5.55

    (Diosc.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρόθυρον

  • 20 ἀγλαόκουρος

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀγλαόκουρος

См. также в других словарях:

  • Κόρινθος — at fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… …   Dictionary of Greek

  • Κόρινθος — Sp Korintas Ap Κόρινθος/Korinthos L sen. gr. polis ir mst., Korintijos nomo c., C Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Αρχαία Κόρινθος — Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 1.800 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται νοτιοδυτικά και κοντά στην Κόρινθο. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κορινθίων …   Dictionary of Greek

  • Κορίνθω — Κόρινθος at fem nom/voc/acc dual Κόρινθος at fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Коринф — (Κόρινθος) важнейший торговый город древней Греции, благодаря положению на перешейке, на дороге из Пелопоннеса в сев. Грецию, между Коринфским и Сароническим заливами, с гаванями Лехеон на З., Схенос и Кенхреи на В; первые две соединялись… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Αραβαντινός, Ιωάννης — (Κόρινθος 1850 – Ελβετία 1907).Νομομαθής. Σπούδασε στην Αθήνα και έπειτα στη Γερμανία και την Αυστρία· το 1875 διορίστηκε δικηγόρος στην Αθήνα, αλλά κυρίως ασχολήθηκε συστηματικά με την καλλιέργεια της νομικής επιστήμης και δημοσίευσε αξιόλογες… …   Dictionary of Greek

  • Βουρλέκη-Γαλανάκη, Αντιγόνη — (Κόρινθος 1912 –). Πεζογράφος και ποιήτρια. Άρχισε σπουδές στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς όμως να τις ολοκληρώσει. Έγραψε ποιήματα και διηγήματα. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1929 δημοσιεύοντας το ποίημά …   Dictionary of Greek

  • Γαβαλάς, Δημήτρης — (Κόρινθος 1949 –). Μαθηματικός και λογοτέχνης. Σπούδασε στη μαθηματική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σταδιοδρόμησε, αρχικά, ως επιστημονικός συνεργάτης στην πολυτεχνική σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών (1974 76) και, στη συνέχεια, ως ερευνητής… …   Dictionary of Greek

  • Γεώργιος ο Αιτωλός — (Κόρινθος 1525 – 1580). Λόγιος και στιχουργός. Ελάχιστα βιογραφικά του στοιχεία είναι γνωστά. Φαίνεται ότι έδρασε ως δάσκαλος στην Κόρινθο, στη Βενετία και στην Κωνσταντινούπολη. Εκτός από μερικές επιστολές του και διάφορα στιχουργήματά του, στα… …   Dictionary of Greek

  • Δείναρχος — (Κόρινθος 360; – αρχές 3ου αι. π.Χ.). Ρήτορας. Έζησε στην Αθήνα ως μέτοικος γράφοντας λόγους για άλλους, κατά την περίοδο που βρισκόταν στην εξουσία η φιλομακεδονική κυβέρνηση που είχε εγκαθιδρύσει ο Κάσσανδρος και αργότερα όταν την εξουσία… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»