Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

Κορινϑόϑι

См. также в других словарях:

  • κορινθόθι — (Α) επίρρ. στην Κόρινθο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Κόρινθος + επιρρμ. κατάλ. θι, δηλωτική τής εν τόπω στάσεως] …   Dictionary of Greek

  • Κορινθόθι — Κόρινθος at indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -θι — (Α) 1. κατάληξη τής παλαιάς τοπικής πτώσεως («Ἰλιόθι», «ἡῶθι», Ομ. Ιλ.) 2. κατόπιν κατάληξη διαφόρων τοπικών επιρρημάτων που παράγονται από ουσιαστικά, επίθετα και αντωνυμίες («ἀγρόθι», «ἄλλοθι», «ἀμφοτέρωθι», «ἔνδοθι» κ.ά.). [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»