-
1 κεραμεικος
-
2 Κεραμεικος
ὅ Керамик, «Гончарный квартал» (сев.-зап. часть Афин, разделенная городской стеной на две части; его загородная часть - внешний Κ. - служил с 491 г. до н.э. местом погребения, для павших на войне афинян) Thuc.
См. также в других словарях:
Κεραμεικός — the Potters Quarter masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεραμεικός — the Potters Quarter masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεραμεικός — Αρχαίος δήμος της Αθήνας. Βρισκόταν στα βορειοδυτικά κράσπεδα της πόλης, στην κοιλάδα που διέσχιζε ο Ηριδανός. Η ονομασία, που χρησιμοποιείται και για τη σύγχρονη συνοικία της Αθήνας, προήλθε από τον ήρωα Κέραμο, γιο του Διονύσου και της Αριάδνης … Dictionary of Greek
Κεραμεικός — ο δήμος της αρχαίας Αθήνας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κεραμεικά — κεραμεικός the Potters Quarter neut nom/voc/acc pl κεραμεικά̱ , κεραμεικός the Potters Quarter fem nom/voc/acc dual κεραμεικά̱ , κεραμεικός the Potters Quarter fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεραμεικῶν — κεραμεικός the Potters Quarter fem gen pl κεραμεικός the Potters Quarter masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεραμεικόν — κεραμεικός the Potters Quarter masc acc sg κεραμεικός the Potters Quarter neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Керамик — (Κεραμεικός) дем в Аттике, область которого обнимала часть Афин и их окрестностей. Стена Фемистокла разделила область К. на две части. Здесь находились известнейшие из афинских ворот Δίπυλον, через которые вела дорога в Пирей и священная дорога в … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
κεραμεικαῖς — κεραμεικός the Potters Quarter fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεραμεικαί — κεραμεικός the Potters Quarter fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κεραμεικοῖς — Κεραμεικός the Potters Quarter masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)