-
1 Καπανηιαδης
-
2 Καπανηιάδης
Καπανηϊάδης, Καπανηϊάδηςmasc nom sg -
3 Καπανηιάδης
Καπανηιάδης and Καπανήιος, υἱός: son of Capaneus, Sthenelus, Il. 5.109, 108.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > Καπανηιάδης
-
4 Καπανηιάδη
Καπανηϊάδη, Καπανηϊάδηςmasc voc sg
См. также в других словарях:
Καπανηιάδης — Καπανηϊάδης , Καπανηϊάδης masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καπανηιάδη — Καπανηϊάδη , Καπανηϊάδης masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)