Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

Δάτον

См. также в других словарях:

  • Δάτον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δάτον — Αρχαία πόλη της Μακεδονίας, που βρισκόταν κοντά στην ακτή απέναντι από τη Θάσο. Είχε πολλά μεταλλεία και εύφορα εδάφη. Κοντά στην πόλη οι Αθηναίοι είχαν χτίσει μια νέα παράλια πόλη, τη Νεάπολη Δατηνών, που χρησίμευε ως επίνειο των Φιλίππων.… …   Dictionary of Greek

  • Δάτου — Δάτον neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δάτῳ — Δάτον neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δάτο — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 52 μ., 274 κάτ.) του νομού Καβάλας. Βρίσκεται στο κέντρο του νομού, στην πεδιάδα των Φιλίππων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φιλίππων. Το Δ., μέχρι το 1928 ονομαζόταν Μπερεκετλή. Την ίδια ονομασία (Δάτον ή Δάτος) είχε κατά …   Dictionary of Greek

  • Kavala — Καβάλα View of Kavala …   Wikipedia

  • DATARIUS Papae — officium magnae aestimationis est, Praelatitium plerumque, nonnumquam et Cardinalitium; a data, et signatione supplicationum expediendarum: eius domus Dataria. Antiquitus ad Archidiaconum id officii spectasie legitur in de Offic. Archidiac. c. 7 …   Hofmann J. Lexicon universale

  • πάρος — Νησί των Κυκλάδων, το τρίτο σε έκταση (194,46 τ. χλμ.). Βρίσκεται στα Ν του συγκροτήματος Μυκόνου Δήλου, Δ της Νάξου και Α της Σίφνου. Ωοειδής στο σχήμα, με τους μεγάλους κόλπους της Νάουσας στα Β, της Παροικιάς στα Δ και του Δρυού στα Ν, και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»