Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Δορίσκος

См. также в других словарях:

  • Δορίσκος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δορίσκος — I Αρχαία πόλη και φρούριο, στην ομώνυμη παραθαλάσσια πεδιάδα της χώρας των Κικόνων, Δ του Έβρου. Το φρούριο χτίστηκε από τον Δαρείο τον Μέγα το 512 π.Χ., όταν ο τελευταίος εκστράτευσε εναντίον των Σκυθών. Κατά τον Πλίνιο, μπορούσε να φιλοξενήσει… …   Dictionary of Greek

  • Δορίσκου — Δόρισκος masc gen sg Δορίσκος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δορίσκῳ — Δόρισκος masc dat sg Δορίσκος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δορίσκον — Δορίσκος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ДОРИСК —    • Dorisens,          Δορίσκος, укрепленный город, расположенный на ровном месте, во Фракии у устья реки Гебра; здесь Ксеркс во время похода в Грецию произвел смотр и счет своему войску. Hdt. 7, 58 слл. Liv. 31, 16 …   Реальный словарь классических древностей

  • Doriskos — (Ancient Greek: Δορίσκος) was an ancient Greek[1] city located in Thrace, located in the region between the river Nestos to the river Hebros. It was a fortified stronghold located in the homonymous plain and beach extending west of the Hebros… …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»