Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Γαμηλιῶνος

См. также в других словарях:

  • Γαμηλιῶνος — Γαμηλιών it was the fashionable time for weddings masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γαμηλιῶνος — γαμηλιών it was the fashionable time for weddings masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ληναιών — Ληναιών, ῶνος, ὁ (Α) [Λήναι] αρχαία ιωνική ονομασία τού έβδομου αττικού μήνα Γαμηλιώνος, κατά τον οποίο τελούνταν τα Λήναια και που αντιστοιχεί με το διάστημα από τα μέσα Ιανουαρίου ώς τα μέσα Φεβρουαρίου …   Dictionary of Greek

  • προβατοδόρας — ὁ, Α 1. ο γδάρτης προβάτων 2. άλλη ονομασία για τον μήνα τού ιωνικού ημερολογίου Ληναιών, που ήταν αντίστοιχος τού αττικού Γαμηλιώνος και κατά τον οποίο τελούσαν τα Λήναια. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρόβατον + δόρας / δόρος (< δορός / δορά < δέρω… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»