Перевод: с русского на греческий

с греческого на русский

Βασίλης

  • 1 дед

    дед, дедушка м о παππούς ◇ дед-мороз о Αϊ- Βασίλης
    * * *
    м = дедушка
    ο παππούς
    ••

    дед-моро́з — ο Αϊ-Βασίλης

    Русско-греческий словарь > дед

  • 2 дед

    дед
    м ὁ παππούς, ὁ πάππος:
    наши \деды (предки) οἱ προγονοί μας· ◊ \дедмороз ὁ "Αγιος-Βασίλης, ὁ "Αη Βασίλης.

    Русско-новогреческий словарь > дед

  • 3 дед

    α.
    1. παππούς, πάππος.
    2. γέρος•, проходи скорее! γέρο, πέρνα γρήγορα!
    3. πλθ. -ы, -ов πρόγονοι, προπάτορες.
    εκφρ.
    -ы и прадеды ή отцы и деды – πρόγονοι, προπάτορες• дед-Мороз ο Αη-Βασίλης•
    елочный дед ή рождественский дед – Αη-Βασίλης (παιγνίδι).

    Большой русско-греческий словарь > дед

См. также в других словарях:

  • Βασίλης — Βασίλης, ο και Βασιλάκης, ο και Βασίλειος, ο κύριο όνομα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Βασιλής — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 145 μ., 404 κάτ.) στην πρώην επαρχία Φαρσάλων του νομού Λαρίσης. Βρίσκεται κοντά στα Φάρσαλα. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ενιππέα …   Dictionary of Greek

  • Βασίλης — (18ος αι.). Οπλαρχηγός από τον Όλυμπο. Η ανδρεία του αναφέρεται στα δημοτικά τραγούδια. Εξελίχτηκε σε μεγάλο κλέφτη και βοήθησε τους Μπουκουβαλαίους. Σκοτώθηκε το 1810 στον Όλυμπο. Από τη δράση του είναι εμπνευσμένο το δημοτικό τραγούδι που… …   Dictionary of Greek

  • Βασιλῆς — Βασιλίς queen fem nom/voc pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασιλῆς — βασιλεύς king masc nom pl (attic ionic) βασιλεύς king masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασίλης — βασίλη queen fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Διαμαντόπουλος, Βασίλης — (Πειραιάς 1920 – Αθήνα 2000). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Σπούδασε στις δραματικές σχολές του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1942 στην Αγριόπαπια του Ίψεν με τον Κάρολο Κουν και μέχρι το… …   Dictionary of Greek

  • Αργυρόπουλος, Βασίλης — (Πάρος 1894 – Αθήνα 1953).Ηθοποιός του θεάτρου. Το 1910 ήταν ηθοποιός του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη και αμέσως μετά του θιάσου της Κυβέλης όπου έμεινε μέχρι το 1914, οπότε στρατεύτηκε. Κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο βρέθηκε στο Γκέρλιτς, όπου… …   Dictionary of Greek

  • Αυλωνίτης, Βασίλης — (1904 1970). Ηθοποιός του μουσικού θεάτρου και του κινηματογράφου. Πρωτοεμφανίστηκε το 1924 στο έργο Ερωτικές γκάφες. Έπαιξε επίσης με τον θίασο Ζάχου Θάνου στο Κορίτσι της γειτονιάς και σημείωσε μεγάλη επιτυχία με το νούμερο Εσπεράντο στην… …   Dictionary of Greek

  • Κοντογιαννόπουλος, Βασίλης — (Αμαλιάδα 1942 –). Νομικός και πολιτικός. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο πανεπιστήμιο και στο Ινστιτούτο Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παρισιού. Ως φοιτητής συμμετείχε ενεργά στο… …   Dictionary of Greek

  • Λογοθετίδης, Βασίλης — (Μυριόφυτο Ανατολικής Θράκης 1898 – Αθήνα 1960). Ηθοποιός. Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή το 1919 με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη, με την οποία συνεργάστηκε, με μικρές διακοπές, έως το 1946, ερμηνεύοντας με επιτυχία πολλούς ρόλους σε… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»