Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

Βάκχου

См. также в других словарях:

  • βάκχου — Βάκχος Bacchus masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • BACCHUS — I. BACCHUS Iovis ex Semele filius. Orpheus in Hymnis. Κιςςοκόμην Διόνυσον ἐρίβρομον ἄρχομ᾿ ἀείδειν. Ζηνὸς καὶ Σεμέλης ἐρικυδέος ἀγλαὸνυἷον. Idem aliô Hymnô Iovis et proserpinae filium putavit. Ε῎υβουλ᾿ ἐυπολύβουλε Διὸς καὶ Περσεφονείας. Hunc Deum …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… …   Dictionary of Greek

  • ίακχος — (iacchus). Πλατύρρινος δενδρόβιος πίθηκος της Αμερικής, είδος ουιστιτί της οικογένειας των καλλιτριχιδών. Το ύψος του φτάνει τα 30 εκ. και η μακριά ουρά του (έως 50 εκ.) τον κάνει να μοιάζει με σκίουρο. Το κεφάλι του είναι στρογγυλό και άτριχο,… …   Dictionary of Greek

  • βακχεία — Στην αρχαιότητα, γιορτές προς τιμήν του Βάκχου, οι οποίες από τη Μεγάλη Ελλάδα πέρασαν στη Ρώμη με την ονομασία Bacchanal (από το όνομα του Βάκχου = Bacchus), η οποία στα ελληνικά έχει αποδοθεί Μπακανάλια ή Βακ(χ)ανάλια και έτσι έχει επικρατήσει …   Dictionary of Greek

  • ευάν — Επιφώνημα ενθουσιασμού, το οποίο φώναζαν κυρίως στις γιορτές του Βάκχου με το ευοί (ευοί, ε.). * * * εὐάν (Α) ενθουσιαστικό επιφώνημα τών ακολούθων τού Βάκχου, όπως τα εὐαί*, εὐοί*, με τα οποία συνήθως συνεκφέρεται («πάλλε πόδ αἰθέριον, ἄνεχε… …   Dictionary of Greek

  • λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία …   Dictionary of Greek

  • Κωνσταντινούπολη — (τουρκ. Istanbul). Πόλη (8.831.805 κάτ. το 2000) της ευρωπαϊκής Τουρκίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (5.220 τ. χλμ., 10.018.735 κάτ.). Είναι χτισμένη στις δύο πλευρές του Κεράτιου κόλπου (τουρκ. Halic) στο στόμιο του Βοσπόρου (τουρκ.… …   Dictionary of Greek

  • Μπααλμπέκ — Πόλη (περ. 30.000 κάτ.) του βορειοανατολικού Λιβάνου, 60 χλμ. ΒΔ της Βηρυτού, με την οποία συνδέεται με σιδηροδρομική γραμμή. Χτισμένη στις νοτιοδυτικές πλαγιές του Αντιλιβάνου, σε υψόμ. 1.160 μ., στη σιδηροδρομική γραμμή που συνδέει το Χαλέπι με …   Dictionary of Greek

  • ονολάτρες — Χαρακτηρισμός τον οποίο δίνανε οι εθνικοί στους Εβραίους. Τον ίδιο χαρακτηρισμό δίνανε αργότερα και στους χριστιανούς. Σε μουσείο της Ρώμης υπάρχει τοιχογραφία, που παρουσιάζει έναν στρατιώτη σε λατρευτική στάση μπροστά σε ένα σταυρωμένο γάιδαρο… …   Dictionary of Greek

  • Little Hagia Sophia — Küçuk Ayasofya Camii Little Hagia Sophia in 2010 Basic information Location Istanbul, Turkey Geographic coordinates …   Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»