-
1 Αυσονία
Αὐσονίᾱ, ΑὐσόνιοςItaly: fem nom /voc /acc dualΑὐσονίᾱ, ΑὐσόνιοςItaly: fem nom /voc sg (attic doric aeolic)Αὐσονίᾱ, Αὐσονίηfem nom /voc /acc dualΑὐσονίᾱ, Αὐσονίηfem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————Αὐσονίᾱͅ, ΑὐσόνιοςItaly: fem dat sg (attic doric aeolic)Αὐσονίᾱͅ, Αὐσονίηfem dat sg (attic doric aeolic) -
2 Αὐσονία
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Αὐσονία
-
3 Αὐσονία
Βλ. λ. Αυσονία -
4 Αὐσονίᾳ
Βλ. λ. Αυσονία -
5 Αυσονίας
Αὐσονίᾱς, ΑὐσόνιοςItaly: fem acc plΑὐσονίᾱς, ΑὐσόνιοςItaly: fem gen sg (attic doric aeolic)Αὐσονίᾱς, Αὐσονίηfem acc plΑὐσονίᾱς, Αὐσονίηfem gen sg (attic doric aeolic) -
6 Αὐσονίας
Αὐσονίᾱς, ΑὐσόνιοςItaly: fem acc plΑὐσονίᾱς, ΑὐσόνιοςItaly: fem gen sg (attic doric aeolic)Αὐσονίᾱς, Αὐσονίηfem acc plΑὐσονίᾱς, Αὐσονίηfem gen sg (attic doric aeolic) -
7 Αυσονίαν
Αὐσονίᾱν, ΑὐσόνιοςItaly: fem acc sg (attic doric aeolic)Αὐσονίᾱν, Αὐσονίηfem acc sg (attic doric aeolic) -
8 Αὐσονίαν
Αὐσονίᾱν, ΑὐσόνιοςItaly: fem acc sg (attic doric aeolic)Αὐσονίᾱν, Αὐσονίηfem acc sg (attic doric aeolic) -
9 Αὐσόνιος
-
10 ὑπέρ
1 prep., (anastrophe P. 4.26, N. 3.21, N. 7.42, I. 6.3, fr. 292, Δ. 4. a. 4.)a c. acc.,I above, over, acrossἀβάπτιστος εἶμι φελλὸς ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας P. 2.80
πανδείματοι μὲν ὑπὲρ πόντιον Ἕλλας πόρον ἱερόν (sc. ἔφυγον simm.) fr. 189.II beyond, exceedingβροτῶν φάτις ὑπὲρ τὸν ἀλαθῆ λόγον δεδαιδαλμένοι ψεύδεσι ποικίλοις ἐξαπατῶντι μῦθοι O. 1.28
b c. gen.,I over, acrossὑπὲρ πολιᾶς ἁλὸς πέμπεται P. 2.68
“ φέρομεν νώτων ὕπερ γαίας ἐρήμων ἐννάλιον δόρυ” P. 4.26 “ καὶ μέλλεις ὑπὲρ πόντου Διὸς ἔξοχον ποτὶ κᾶπον ἐνεῖκαι” P. 9.52ἐγὼ μὲν ὑπὲρ χθονὸς ὑπέρ τ' ὠκεανοῦ Pae. 8.14
( ἡ δὲ διάνοια πέτεται) τᾶς τε γᾶς ὑπένερθε οὐρανοῦ θ' ὕπερ fr. 292.II aboveἐπειδὴ τὸν ὑπὲρ κεφαλᾶς γε Ταντάλου λίθον παρά τις ἔτρεψεν ἄμμι θεός I. 8.9
χρύσεαι δ ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες Pae. 8.70
g beyond of distance ταί θ' ὑπὲρ Κύμας ἁλιερκέες ὄχθαι (i. e. Klippen vor Kyme, Fränkel: Pithecusae) P. 1.18ἀβάταν ἅλα κιόνων ὕπερ Ἡρακλέος περᾶν εὐμαρές N. 3.21
ἐὼν δ' ἐγγὺς Ἀχαιὸς οὐ μέμψεταί μ ἀνὴρ Ἰονίας ὑπὲρ ἁλὸς οἰκέων (Alii cum sch. Epirotas significari credunt, opinantes mare Adriaticum dici superius, Ionium inferius, Epirum autem adiacere Adriatico mari, h. e. supra Ionium esse, Dissen) N. 7.65 ὑπὲ]ρ Αὐσονία[ς ἁλὸς (of the Epizephyrian Locrians) fr. 140b. 6.IV of superiority, beyondμᾶκος δὲ Νικεὺς ἔδικε πέτρῳ χέρα κυκλώσαις ὑπὲρ ἁπάντων O. 10.72
ὑπὲρ πολλῶν τε τιμαλφεῖν λόγοις νίκαν N. 9.54
μακρὰ δισκήσαις ἀκοντίσσαιμι τοσοῦθ, ὅσον ὀργὰν λτ;γτ;εινοκράτης ὑπὲρ ἀνθρώπων γλυκεῖαν ἔσχεν I. 2.36
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν, ἃν ὀλίγον τοι ἀνὴρ ὑπὲρ ἀνδρὸς ἴσχει fr. 61. 2.V on behalf ofκάρυξ ἀνέειπέ νιν ἀγγέλλων Ἱέρωνος ὑπὲρ καλλινίκου ἅρμασι P. 1.32
ἱκέτας Αἰακοῦ σεμνῶν γονάτων πόλιός θ' ὑπὲρ φίλας ἀστῶν θ ὑπὲρ τῶνδ ἅπτομαι N. 8.13
—4.κρατῆρα Μοισαίων μελέων κίρναμεν Λάμπωνος εὐαέθλου γενεᾶς ὕπερ I. 6.3
θύεται γὰρ ἀγλαᾶς ὑπὲρ Πανελλάδος Pae. 6.62
Ἀλαλά ᾇ θύεται ἄνδρες ὑπὲρ πόλιος fr. 78. 3.VI on account ofἵνα κρεῶν νιν ὕπερ μάχας ἔλασεν ἀντιτυχόντ' ἀνὴρ μαχαίρᾳ N. 7.42
ἆγε σὺν Τιρυνθίοισιν πρόφρονα σύμμαχον ἐς Τροίαν Λαομεδοντιᾶν ὑπὲρ ἀμπλακιᾶν I. 6.29
2 adv., above πατὴρ ὕπερ /κρέμασε καρτερὸν αὐτῷ λίθον O. 1.57
καὶ σκοπιαῖσιν [ἄκρ]αις ὀρέων ὕπερ ἔστα (sc. Ἀπόλλων: cf. Pae. 12.11) fr. 51a. 3.3 frag. ]ων ὕπερ Δ. 4. a. 4.
См. также в других словарях:
Αὐσονία — Αὐσονίᾱ , Αὐσόνιος Italy fem nom/voc/acc dual Αὐσονίᾱ , Αὐσόνιος Italy fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Αὐσονίᾱ , Αὐσονίη fem nom/voc/acc dual Αὐσονίᾱ , Αὐσονίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αὐσονίᾳ — Αὐσονίᾱͅ , Αὐσόνιος Italy fem dat sg (attic doric aeolic) Αὐσονίᾱͅ , Αὐσονίη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αυσονία — (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1861. Το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 9,9 ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 7,3. * * * … Dictionary of Greek
Αυσονία — η ποιητικό όνομα της Ιταλίας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Αυσονία ή Αυσωνία — Χώρα της αρχαίας Ιταλίας στο μήκος του Τυρρηνικού πελάγους ανάμεσα στους ποταμούς Λίριο και Βολτούρνο, που δεν είχε γνωρίσει καμιά ελληνική επίδραση. Αργότερα η ονομασία αυτή κάλυπτε όλη την Ιταλική χερσόνησο … Dictionary of Greek
Αὐσονίας — Αὐσονίᾱς , Αὐσόνιος Italy fem acc pl Αὐσονίᾱς , Αὐσόνιος Italy fem gen sg (attic doric aeolic) Αὐσονίᾱς , Αὐσονίη fem acc pl Αὐσονίᾱς , Αὐσονίη fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αὐσονίαν — Αὐσονίᾱν , Αὐσόνιος Italy fem acc sg (attic doric aeolic) Αὐσονίᾱν , Αὐσονίη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Италия — I (королевство; лат. и итал. Italia, франц. Italie, нем. Italien, англ. Italy) средний из трех южно европейских п овов, Апеннинский, с соседней равниной По и южн. склонами Альп, большими о вами Сицилией и Сардинией и многими меньшими. Положение,… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
Ausonia (Landschaft) — Ausonia (griechisch: Αὐσονία) ist die griechische Bezeichnung für die Landschaft, die das antike Volk der Ausones bewohnte. Aus Sicht der griechischen Kolonien in Unteritalien waren sie Ureinwohner Italiens, nach heutigem Forschungsstand jedoch… … Deutsch Wikipedia
История Италии — Для улучшения этой статьи желательно?: Викифицировать статью. Исправить статью согласно стилистическим правилам Википедии … Википедия
AUSON vel AUSONIUS — AUSON, vel AUSONIUS Ulyssis et Calypsûs fil. Inde, ut quidam volunt, Ausones, antiquissimi Italiae populi, iidem qui et Aurunci. Servius in l. 7. Aen. v. 727. Aurunci Graecis Ausones nominan ur. Dio Cocceianus apud Isac. In Lycophronem: Αὐσονία… … Hofmann J. Lexicon universale