Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Αἰακός

См. также в других словарях:

  • Αἰακός — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αιακός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αίγινας, γιος του Δία και της Αίγινας, μιας από τις είκοσι κόρες του αργολικού ποταμού Ασωπού. Ο Δίας είχε αγαπήσει την κόρη του Ασωπού και, αφού μεταμορφώθηκε σε αετό, την άρπαξε και την πήγε στο ερημονήσι του… …   Dictionary of Greek

  • Эак — (Αίακός) сын Зевса и дочери бога (реки) Асопа Эгины, основатель рода Эакидов, распространенного в Фессалии, на Саламине и Эгине и, вероятно, переселившегося в эти местности из Додонской области, где он имел близкое отношение к культу Зевса (так,… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Αἰακοί — Αἰακός masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακοῦ — Αἰακός masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακούς — Αἰακός masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακέ — Αἰακός masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακῷ — Αἰακός masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακόν — Αἰακός masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἰακώς — Αἰακός masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αἴακε — Αἴακος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»