-
1 часовой
часов||ой Iприл1. (длящийся час, получаемый за час) ὠριαίος, τής ὠρας, ! μιας ὠρας:\часовойа́я беседа συζήτηση ἐπί μιαν ῶρα· \часовойая оплата πληρωμή μέ τήν ὠρα·2. (относящийся к часам) τοῦ (ώ)ρολογίου:\часовойая стрелка ὁ ὠροδείκτης· \часовойо́й механизм ὁ μηχανισμός τοῦ ὠρολο-γιοῦ· \часовой магазин τό ὠρολογοποιεῖον, τό ὠρολογάδικο· \часовой мастер, \часовойых дел мастер ὁ ὠρολογϋς, ὁ ὠρολογοποιός· \часовой завод τό ἐργοστάσιο ὠρολογίων, τό ὠρολογο-ποιεῖο[ν].часовой IIм ὁ σκοπός, ὁ φρουρός, ὁ φύλακας, ὁ φύλαξ. -
2 часы
-ов πλθ. ωρολόγι•золотые часы χρυσό ωρολόγι•
карманные часы ωρολόγι της τσέπης•
ручные часы ωρολόγι του χεριού•
стенные часы ωρολόγι του τοίχου•
производство -ов παραγωγή ωρολογιών.
εκφρ.как часы – σαν το ωρολόγι (ακρίβεια, ακριβώς• κανονικότατα).
См. также в других словарях:
ὡρολογίων — ὡρολόγιον an instrument for telling the time neut gen pl ὡρολογέω tell of the pres part act masc nom sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κτησίβιος — (3ος 2ος αι. π.Χ.). Μηχανικός από την Αλεξάνδρεια. Η εργασία του αναπτύχθηκε κυρίως στο πεδίο των υδραυλικών μηχανών και των μηχανών πεπιεσμένου αέρα· σε αυτόν αποδίδεται η εφεύρεση της αντλίας και του υδραυλικού οργάνου με την ονομασία ύδραυλις … Dictionary of Greek
παλλάδιο — Χημικό στοιχείο της όγδοης ομάδας του περιοδικού συστήματος των στοιχείων. Έχει ατομικό αριθμό 46, ατομικό βάρος 106,4, και 6 σταθερά ισότοπα. Το απομόνωσε ο Άγγλος χημικός και φυσικός Ουίλιαμ Χάιντ Γούλαστον (1766 1828), στις αρχές του 20ού… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Επιστήμες — ΑΡΧΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Η επιστήμη και η τεχνολογία καθορίζουν σήμερα, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην ιστορία, την καθημερινή ζωή. Η ίδια όμως η έννοια της επιστήμης, όπως τη χρησιμοποιούμε στις μέρες μας, οφείλει την ύπαρξή… … Dictionary of Greek
Πτολεμαίος, Κλαύδιος — (Αλεξάνδρεια, 138 – 180). Έλληνας αστρονόμος, μαθηματικός, γεωγράφος της αλεξανδρινής εποχής, ένας από τους μεγαλύτερους της αρχαιότητας. Με τις μελέτες και τα συγγράμματά του, ο Π. συστηματοποίησε την ελληνική αστρονομία και προσέφερε τόσο… … Dictionary of Greek