Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(ἄγρης

См. также в других словарях:

  • ἄγρης — ἄγρα hunting fem gen sg (epic ionic) ἄ̱γρης , ἀγρέω take imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀγρέω take imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξάνειμι — ἐξάνειμι (Α) [ἄνειμι] 1. ανεβαίνω, ανέρχομαι, (για αστέρι) ανατέλλω («οὐρανοῡ ἐξανιόντα», Θεόκρ.) 2. πηγαίνω από έναν τόπο σε άλλο («στόλον ἀνδρῶν Ἑλλάδος ἐξανιόντα μετὰ πτόλιν Αἰήταο», Απολλ. Ρόδ.) 3. ξανάρχομαι, επιστρέφω («ἄγρης ἐξανιών», ύμν …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»