-
1 ψυχρή
-
2 Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή ψυχρή του
Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή του μέρα ( την κακή ψυχρή του)Раз по-дружески, два по-дружески, а в третий раз могут уже и не помочь• Не надо злоупотреблять дружеским отношением• Надоедливость может вывести из терпенияИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή ψυχρή του
-
3 ψυχρός
η, ό [ά, όν ]1) холодный; прохладный, свежий;ψυχρή ζώνη геогр. — холодный пояс;
2) перен. холодный, равнодушный;ψυχρή υποδοχή — холодный приём;
ψυχρό βλέμμα — холодный взгляд;
ψυχρές σχέσεις — холодные отношения;
§ ψυχρός πόλεμος — холодная война;
την κακή, ψυχρή σου μέρα — или την κακή σου και την ψυχρή σου — чтоб ты сдох!, пропади ты пропадом! (проклятие)
-
4 αυρα
эп.-ион. αὔρη ἥ1) дуновение, веяние, ветер(ок)(ψυχρή Hom.; ὀπωρινή HH.; εὐκρινέες αὖραι Hes.; ποντιάς Eur.; αὔ. ἀποπνέει Her.; αὔρας καλοῦμεν τὰς ἐξ ὑγροῦ φερομένας ἐκπνοάς Arst.)
2) запах, аромат(θυμιαμάτων αὖραι Arph.)
3) перен. движение, порыв(ψυχᾶς ἄδολοι αὖραι Eur.)
πολέμου μετάτροπος αὔ. Arph. — превратности войны -
5 μιά
I (γεν. μιάς и μιανής), μία (γεν. μιάς) ж. р, от ένας1) один.раз; разок (разг);μιά σου και μιά μου — один раз я, другой раз ты, по очереди;
2):διά (или με) μιάς моментально, сразу;§ μιά του φίλου, δυό τού φίλου τρείς και την κακή του μέρει ( — или την κακή ψυχρή του) — его надоедливость (или непослушание) может вывести из терпения даже ангела
μιά2II επίρρ.:μιά2 πού — или μιά2 καί — раз, если;
μιά2 πού το θέλεις — раз ты этого хочешь;
καί πας εκεί... — раз ты туда идёшь...;μιά2 πού ήρθες... — раз ты пришёл...
-
6 Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή του μέρα
Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή του μέρα ( την κακή ψυχρή του)Раз по-дружески, два по-дружески, а в третий раз могут уже и не помочь• Не надо злоупотреблять дружеским отношением• Надоедливость может вывести из терпенияИсточник: Собрание пословиц на greek-language.ru, 2012Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Μια του φίλου, δυό του φίλου, τρεις και την κακή του μέρα
См. также в других словарях:
ψυχρῇ — ψῡχρῇ , ψυχρός cold fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ψυχρή — ψῡχρή , ψυχρός cold fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
ψυχρός — ή, ό / ψυχρός, ά, όν, ΝΜΑ, και ψυχθρός και ομηρ. τ. θηλ. ή Α 1. αυτός που έχει χαμηλή θερμοκρασία, κρύος (α. «ψυχρός άνεμος» β. «ψυχρό κλίμα» γ. «αὔρη δ ἐκ ποταμοῡ ψυχρὴ πνέει ἠῶθι πρό», Ομ. Οδ., δ. «εἰς ὕδωρ ψυχρὸν σφᾶς αὐτοὺς ῥίπτειν», Θουκ.) 2 … Dictionary of Greek
Θεσσαλία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή και περιφέρεια (13.903 τ. χλμ., 753.888 κάτ.) της ηπειρωτικής Ελλάδας. Στα Α συνορεύει με τη δυτική Μακεδονία, στα Δ με την Ήπειρο, στα Ν με τη Στερεά Ελλάδα, και στα Α βρέχεται από το Αιγαίο πέλαγος. Η Θ. διαιρείται … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Μακεδονία — Ιστορική γεωγραφική περιοχή (34.203 τ. χλμ., 2.424.764 κάτ.) της Βόρειας Ελλάδας, της οποίας καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος. Εκτείνεται μεταξύ της οροσειράς της Πίνδου στα Δ, που τη χωρίζει από την Ήπειρο, και του ποταμού Νέστου στα Α, που τη… … Dictionary of Greek
Πελοπόννησος — I Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας, η νοτιότερη και μεγαλύτερη χερσόνησος της χώρας και η νοτιότερη της Ευρώπης. Εκτείνεται μεταξύ των παραλλήλων 38° 20’ (ακρωτήριο Δρέπανο) και 36° 23’ (ακρωτήριο Ταίναρο) και των μεσημβρινών 210° 10’… … Dictionary of Greek
μεταφορά — Η πράξη του μεταφέρω. Η φράση εις μεταφοράν που χρησιμοποιείται στη λογιστική, αναφέρεται στο άθροισμα των ποσών μιας σελίδας που μεταγράφεται στην αρχή της επόμενης, με την παρατήρηση εκ μεταφοράς. Μ. εξάλλου ονομάζεται στη μουσική η αλλαγή… … Dictionary of Greek
πάχνη — Στερεό προϊόν της συμπύκνωσης των υδρατμών του αέρα, με απευθείας μετάβαση από την αέρια στη στερεά κατάσταση, υπό μορφή μορίων ή βελονών πάγου που επικάθονται στο έδαφος και στις διάφορες εκτεθειμένες στο ύπαιθρο επιφάνειας. Το φαινόμενο της π.… … Dictionary of Greek
Βενεζουέλα — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Στα Β βρέχεται από την Καραϊβική θάλασσα και από τον Ατλαντικό ωκεανό, Δ συνορεύει με την Κολομβία, Ν με τη Βραζιλία και Α με τη Γουιάνα.Η Β. έχει καλά καθορισμένα σύνορα. Μόνο τα σύνορα με τη Γουιάνα αμφισβητούνται από … Dictionary of Greek