-
1 ὁσιότης
ὁσιότης, ητος, ἡ, sowohl objectiv göttliches Recht, was den Göttern gebührt, Gottesdienst, Plut. de Is. et Os. 23, ἀνϑρώποις κατόχοις ὑπὸ τῆς πρὸς τοὺς ϑεοὺς τούτους ὁσιότητος, vgl. Alcib. 34, – als auch subjectiv Heiligkeit der Gesinnung, Gottesfurcht, neben δικαιοσύνη, Plat. Prot. 329 c, der Euthyphr. 14 e sagt ἐπιστήμη ἄρα αἰτήσεως καὶ δόσεως ϑεοῖς ἡ ὁσιότης ἂν εἴη; bei Xen. Cyr. 6, 1, 47 neben σωφροσύνη als Tugend des Kyros gerühmt; u. so Sp.; D. Sic. exc. de virt. p. 546 stehen gegenüber ἡ πρὸς γονεῖς ὁσιότης καὶ ἡ πρὸς ϑεοὺς εὐσέβεια; u. Plut. de aud. poet. 7 p. 99 sagt τὴν τῶν χρημάτων σωτηρίαν ἀπόδειξιν εἶναι τῆς τῶν Φαιάκων ὁσιότητος, wo er hinzusetzt οὐ γὰρ ἂν ἀκερδῶς φέροντας αὐτὸν εἰς ἀλλοτρίαν ἐκβάλλειν χώραν, ἀποσχομένους τῶν χρημάτων, also Rechtlichkeit, Gewissenhaftigkeit.
-
2 ἁβρο-δίαιτος
ἁβρο-δίαιτος, üppig lebend (VLL. τρυφητής, περὶ τὴν δίαιταν δαψιλής), Λυδοί Aesch. Pers. 41; διὰ τὸ-τον Thuc. 1, 6, von den alten Athenern, vorher steht ἀνειμένῃ τῇ διαίτῃ ἐς τὸ τρυφερώτερον μετέστησαν. So τὸ τῶν Φαιάκων-τον Ath. XII, 513 c; D. Hal. 9, 16; Hdn. 2, 7, 1. – Adv., Philo.
-
3 ἐκ-τοπίζω
ἐκ-τοπίζω, von einem Orte wegbringen, entfernen, ἑαυτούς Arist. Mirab. 126; Pol. 1, 74, 8; εἰς μῦϑον ἐκτ., in eine wunderliche Fabel verkehren, Strabon. 4, 1, 7. – Häufiger sich entfernen, auswandern, Arist. pol. 5, 11; μακράν H. A. 4, 8, öfter; vom Redner: vom Thema sich entfernen, rhet. 3, 14, u. so oft bei Sp. – Die alten Alexandrin. Homeriker gebrauchten das Wort besonders von der Irrfahrt des Odysseus, um zu bezeichnen, daß Homer sich die Abenteuer derselben nicht als an bestimmten, bekannten Orten, etwa in den Gegenden Unteritaliens u. Siciliens bestanden vorstelle, sondern im freien Spiele der Phantasie diese ganze πλάνη nur ganz allgemein in die ihm noch durchaus unbekannten Gegenden westlich von Griechenland verlege. In diesem Sinne sagte man ἡ πλάνη γέγονε πόῤῥω που ἐν ἐκτετοπισμένοις τόποις ἀορίστοις, ἐκτετοπισμένη φαίνεται ἡ πλάνη τοῠ Ὀδυσσέως, ἐκτετοπισμένην που καὶ ἐσχάτην τὴν τῶν Φαιάκων χώραν u. dgl. S. Lehrs Aristarch. ed. 2 p. 244 – 249 Sengebusch Homer. diss. 1 p. 42.
-
4 οσιοτης
- ητος ἥ1) благочестие, набожность(ἥ πρὸς τοὺς θεοὺς или πρὸς θεῶν ὁ. Plut.; δικαιοσύνη καὴ σωφροσύνη καὴ ὁ. Plat.)
2) почтительность, уважение(ἥ πρὸς γονεῖς ὁ. Diod.)
3) честность, добросовестность(τῶν Φαιάκων Hom.)
-
5 προενοικησις
- εως ἥ прежнее обитание -
6 προενοίκησις
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προενοίκησις
-
7 ἐκτοπίζω
ἐκ-τοπίζω, von einem Orte wegbringen, entfernen; εἰς μῦϑον ἐκτ., in eine wunderliche Fabel verkehren. Häufiger: sich entfernen, auswandern; vom Redner: vom Thema sich entfernen. Die alten Alexandrin. Homeriker gebrauchten das Wort besonders von der Irrfahrt des Odysseus, um zu bezeichnen, daß Homer sich die Abenteuer derselben nicht als an bestimmten, bekannten Orten, etwa in den Gegenden Unteritaliens u. Siziliens bestanden vorstelle, sondern im freien Spiele der Phantasie diese ganze πλάνη nur ganz allgemein in die ihm noch durchaus unbekannten Gegenden westlich von Griechenland verlege. In diesem Sinne sagte man ἡ πλάνη γέγονε πόῤῥω που ἐν ἐκτετοπισμένοις τόποις ἀορίστοις, ἐκτετοπισμένη φαίνεται ἡ πλάνη τοῠ Ὀδυσσέως, ἐκτετοπισμένην που καὶ ἐσχάτην τὴν τῶν Φαιάκων χώραν u. dgl.
См. также в других словарях:
Οδύσσεια — Επικό ποίημα του Ομήρου (βλ. λ.). Η Ο. είναι ένα επικό ποίημα χωρισμένο από τους Αλεξανδρινούς γραμματικούς σε 24 επίσης ραψωδίες, και ξεπερνά τους 12.000 εξάμετρους στίχους. Δέκα χρόνια μετά το τέλος του Τρωικού πολέμου, ο Οδυσσεύς εξακολουθεί… … Dictionary of Greek
Υπέρεια — I Oνομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Τροιζηνίας, που ίδρυσε, σύμφωνα με την παράδοση, ο γιος του Ποσειδώνα και της Αλκυόνης Υπέρης. Ο αδελφός του Υπέρητα, Άνθης, έχτισε στην ίδια περιοχή την Άνθα και ο Πιτθέας ένωσε τις δυο πόλεις, σε μια, την… … Dictionary of Greek
Δημόδοκος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Τυφλός αοιδός, που καταγόταν από την Κέρκυρα και ζούσε στα ανάκτορα του βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοου. Αναφέρεται πολλές φορές στην Οδύσσεια του Ομήρου. Όταν ο βασιλιάς των Φαιάκων φιλοξένησε τον Οδυσσέα, ο Δ.… … Dictionary of Greek
Σχερία — Το νησί των Φαιάκων, όπου κατά τον Όμηρο, είχε εξοκείλει ο Οδυσσέας. Κατά την παράδοση, είχαν κατοικήσει σ’ αυτή Φαίακες με επικεφαλής τους το Ναυσίθοο, απόγονο του Ποσειδώνα, όταν εγκαταλείψανε την πατρίδα τους Υπερεία που μαστιζόταν από τις… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Κέρκυρας — Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Κέρκυρας εγκαινιάστηκε το 1967, σ’ ένα όμορφο κτίριο της πόλης, το οποίο χτίστηκε μεταξύ του 1962 και 1965 (Βράιλα 1). Στεγάζει τα αντιπροσωπευτικότερα ευρήματα των ανασκαφών στο νησί των Φαιάκων. Στα μέσα της… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Ιθάκης — Ό,τι κι αν έχετε ακούσει για τον Όμηρο και για τον πολυμήχανο ήρωα της Οδύσσειας, εδώ, στο μικρό αρχαιολογικό μουσείο της πρωτεύουσας του νησιού Βαθύ, θα βρεθείτε ενώπιον των ευρημάτων που για πολλούς ερευνητές αποδεικνύουν την ταύτιση του νησιού … Dictionary of Greek
παρωδία — Λογοτεχνική σύνθεση ή θέαμα (πρόζας, επιθεώρησης, χορού, μουσικής, κινηματογράφου) που παρωδεί το περιεχόμενο ή το ύφος και τη γλώσσα ενός άλλου κειμένου ή θεάματος. Το έργο που παρωδείται πρέπει να πληρεί δύο προϋποθέσεις, να είναι σοβαρό και να … Dictionary of Greek
Древнемакедонский язык — Страны: Древняя Македония Вымер: к III ве … Википедия
λαοδάμας — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Αλκίνοου, βασιλιά των Φαιάκων, νικητής στους αγώνες πυγμαχίας που έγιναν για να τιμηθεί ο Οδυσσέας. 2. Γιος του Αντήνορα, ήρωας των Τρώων, που σκοτώθηκε από τον Αίαντα στη μάχη που δόθηκε κοντά στα πλοία … Dictionary of Greek