Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(τόκους

См. также в других словарях:

  • τόκους — τόκος childbirth masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τόκος — Αποζημίωση που παίρνει ο κεφαλαιούχος χρησιμοποιώντας ο ίδιος (πρωτογενής τ. του κεφαλαίου) ή παραχωρώντας τη χρήση σε άλλους (τ. δανείου) ενός ορισμένου κεφαλαίου του, για μια ορισμένη χρονική περίοδο. Από τον Μεσαίωνα το θέμα του τ. τράβηξε την …   Dictionary of Greek

  • ανατοκίζω — ξανατοκίζω, κεφαλοποιώ τους τόκους, συνυπολογίζω στο κεφάλαιο και τους τόκους για να πάρω τόκο επί του συνόλου …   Dictionary of Greek

  • κέρδος — Η διαφορά του κόστους από τα έσοδα που αποφέρει μια οικονομική δραστηριότητα, σύμφωνα με τη λογιστική έννοια, ή η αμοιβή της επιχειρηματικότητας ως συντελεστή παραγωγής, σύμφωνα με την οικονομική θεωρία. Στη λογιστική, το κ. καταγράφεται στην… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… …   Dictionary of Greek

  • CETE — Hebraeis iisdem nominibus appellantur, quibus draco, nempe thannin et leviathan: an ob formae similitudinem, an ratione molis et quia Cetus in aquatilibus tantum praestat, Ο῞ςςον αριςτεύουςιν εν ἐρπεςτῆρςι δράκοντες, Quantum in reptilibus… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • DICTAMNUM — I. DICTAMNUM et Dictynna, Cretae opp. Ptol. Nunc Dictamo: in territ. Cydoniae, sub Turcis. Baudr. Inde dictamnus herba. Virgil. Aen. l. 12. v. 412. Dictamnum genetrix Cretaea carpit ab Ida, Puberibus caulem foliis, et flore comantem Purpureo; non …   Hofmann J. Lexicon universale

  • FOENUS — ex fetu, i. e. partu pecuniae, ut Gr. τόκος ἀπὸ τοῦ τίκτειν, Varro. Alii a fundo, quia fructus fundit: vel a fetendo, quod eiusmodi lucrum feteat in Rep. primitus appellabatur naturalis terrae fetus, postea per translationem, nummorum fetum… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • LUCINA — I. LUCINA Dea partuum praeses, quae et Iuno dicitur, et Diana. Dicta, quod lucem nascentibus tradere crederetur, unde et Lucetia. dicta est. Vel a luco, in quo ei aedes, ubi lotos erat mirae vetustatis, Thom. Dempster. ad Ioh. Rosin. Antiqq. Rom …   Hofmann J. Lexicon universale

  • άτοκος — Μικρό ακατοίκητο νησάκι (υψόμ. 140 μ.) του νομού Κεφαλληνίας. Βρίσκεται ΒΑ της Ιθάκης. Υπάγεται διοικτικά στον δήμο Ιθάκης. * * * η, ο (AM ἄτοκος, ον) [τόκος] Ι. 1. ανίκανος για τεκνοποίηση, στείρος 2. αυτός που δεν έχει τεκνοποιήσει ακόμη 3.… …   Dictionary of Greek

  • ανακεφαλαιώνω — (Α και ἀνακεφαλαιοῡμαι, όομαι), επαναλαμβάνω τα προαναφερθέντα τονίζοντας τα κύρια σημεία, κάνω συνοπτική επανάληψη, περίληψη νεοελλ. ενσωματώνω τους τόκους στο κεφάλαιο και ανατοκίζω το νέο ποσόν. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + κεφαλαιοῦμαι. ΠΑΡ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»