Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(σηκώματα

См. также в других словарях:

  • σηκώματα — σήκωμα a weight in the balance neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σήκωμα — (I) και δωρ. τ. σάκωμα, τὸ, Α [σηκῶ / σακῶ] 1. βάρος, βαρίδι, ζύγι στην πλάστιγγα (α. «μολύβδινα σηκώματα», Πολ. β. «σμικρὸν τὸ σὸν σήκωμα προστίθης», Ευρ.) 2. αυτό που δίνει κίνηση σε κάτι, κυρίως αυτό που προκαλεί την κίνηση, την μετατόπιση τής …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Χίου — Το ανακαινισμένο μουσείο της Χίου εγκαινιάστηκε το 1999 με μία υποδειγματικά στημένη έκθεση της πλούσιας συλλογής του που χρονικά καλύπτει όλες τις φάσεις κατοίκησης του νησιού από την 4η χιλιετία π.Χ. έως τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Στην πρώτη… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»