Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

(πολιήτας

См. также в других словарях:

  • πολιήτας — πολιήτᾱς , πολίτης citizen masc acc pl (epic ionic) πολιήτᾱς , πολίτης citizen masc nom sg (epic doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επιδέχομαι — (AM ἐπιδέχομαι) επιτρέπω («η εγχείρηση δεν επιδέχεται αναβολή») μσν. απρόσ. ἐπιδέχεται φαίνεται αρχ. 1. δέχομαι επί πλέον («ὡς ἐπεδέκοντο οί Θεσπιέες πολιήτας», Ηρόδ.) 2. δέχομαι κάποιον σπίτι μου ή αλλού, υποδέχομαι 3. αναλαμβάνω να επιχειρήσω… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»