Перевод: со всех языков на русский

с русского на все языки

(πελειάς

См. также в других словарях:

  • πελειάς — fruitpigeon fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάς — και πελιάς, επικ. τ. πεληϊάς, άδος, ἡ, Α 1. το αγριοπερίστερο 2. είδος πτηνού το οποίο ο Αριστοτέλης διακρίνει από το αγριοπερίστερο 3. το περιστέρι 4. (στην Ινδία) το πτηνό κροκόπους ο χλωρογάστωρ 5. στον πληθ. αἱ πελειάδες οι προφήτιδες ιέρειες …   Dictionary of Greek

  • Πελείας — Πελείᾱς , Πελείης masc acc pl (doric) Πελείᾱς , Πελείης masc nom sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελείας — πελείᾱς , πέλεια dove fem acc pl πελείᾱς , πέλεια dove fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειά — πελειάς fruitpigeon fem voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάδα — πελειάς fruitpigeon fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάδας — πελειάς fruitpigeon fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάδες — πελειάς fruitpigeon fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάδι — πελειάς fruitpigeon fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάδος — πελειάς fruitpigeon fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πελειάδων — πελειάς fruitpigeon fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»