-
1 λογας
(νεηνίαι Her.; στρατηγῶν λογάδες Eur.; см. λογάδες II)
См. также в других словарях:
νεηνίαι — νεανίης masc nom/voc pl (epic ionic) νεηνίᾱͅ , νεανίης masc dat sg (attic epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)