-
21 ρηγνυμι
1) пробивать, ломать, сокрушать(τεῖχος Hom.)
τὸ τεῖχος ἐρρήγνυτο Xen. — стена дала трещины2) взламывать(θύρας Hom.)
3) разбивать(θώρηκας, κῦμα χέρσῳ ῥηγνύμενον Hom.; перен. ῥαγεῖσαι ἐλπίδες Aesch.)
4) разрывать(χρόα Hom.; πέπλους Aesch.; τινά NT.)
ἱμάτια ῥαγέντα Xen. — разорванные одежды5) тж. med. прорывать(στίχας ἀνδρῶν Hom.)
ὅ χῶρος ῥήγνυσι πηγάς Plut. — край изобилует источниками;ὀπίσω τοῦ ναοῦ δύο ῥήγνυνται πηγαί Plut. — позади храма бьют два ключа;ῥήγνυσθαι ἔριδά τισι Hom. — разжечь вражду среди кого-л.6) взрывать, вспахивать(γῆς δάπεδον ἀρότροις Arph.)
7) разверзать(ся), разражатьсяἔρρωγεν παγὰ δακρύων Soph. — разверзся источник слез, т.е. хлынули слезы;
τὰ κακὰ ἔρρωγεν Soph., Eur. — обрушились несчастья;βροντέ ἐρράγη Soph. — грянул гром8) редко med. нарушать молчание, заговаривать, ( о голосе) поднимать, возвышатьἔρρηξε φωνέν εἶπε δέ Her. — (глухонемой) обрел вдруг дар речи и сказал;
ῥῆξον φωνήν Arph. — заговори, выступи с речью;ἔρρηξε αὐδήν Eur. — он воскликнул;ῥῆξαι κλαυθμόν Plut. — разразиться плачем9) (радостно) восклицать(ῥῆξον καὴ βόησον NT.)
-
22 щипец
(вимперг) арх. το οξυκόρυφο αέτωμα (του γοτθικού ναού).Русско-греческий словарь научных и технических терминов > щипец
-
23 паперть
паперть$ церк. ὁ πρόναος, ὁ νάρθηξ, τό προαύλιο ναοῦ. -
24 επίτροπος
ο1) опекун; 2) управляющий, заведующий;επίτροπος ναού — церковный староста;
3) комиссар; уполномоченный; представитель;του λαού — народный комиссар;βασιλικός (κυβερνητικός) επίτροπος — королевский (правительственный) комиссар;
επίτροπος στρατοδικείου — военный прокурор;
επισκοπικός ( — или αρχιερατικός) επίτροπος — наместник епископа
-
25 πρόθυρα
-
26 σύλησις
(-εως) η1) кража, хищение священной утвари; святотатство;σύλησις του ναού (της εκκλησίας) — оскорбление хрома (церкви);
2) грабёж, расхищение; мародёрство -
27 σύντριμμα
σύντρίμμι τό1) обломок; осколок; 2) πλ. обломки; осколки; груда обломков; развалины;απ' το σείσμό όλα πέσανε σύντρίμμια — в результате землетрясения всё превратилось в груду развалин;
τα σύντρίμματα τού αρχαίου ναού — развалины древнего храма;
§
έγινε σύντρίμμι — он превратился в развалину;τον έκανε σύντρίμμι η δυστυχία — горе его сокрушило
-
28 άβατο
το [ναού]Abaton n -
29 άβατον
το [ναού]Abaton n -
30 θυρανοίξια
θυρανοίξια ηоткрытие, освящение храма, см. εγκαίνια ναούЭтим.< θύρα + ανοίγω «дверь + открывать»Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко) > θυρανοίξια
-
31 κατάθεση
κατάθεση η1) торжественное положение святых мощей и святых реликвий в храме:στις 31 Αυγούστου γιορτάζεται η κατάθεση τής Τιμίας Ζώνης τής Παναγίας 31 Августа / 13 Сентября празднуется Положение Честного Пояса Пресвятой Богородицы;
2) освящение храма, см. εγκαίνια ναού -
32 canon
['kænən]1) (a rule (especially of the church).) εκκλησιαστικός κανόνας2) (a clergyman belonging to a cathedral.) εφημέριος μητροπολιτικού ναού3) (a list of saints.) αγιολόγιο4) (a musical composition in which one part enters after another in imitation.) κανόνας5) (all the writings of an author that are accepted as genuine: the Shakespeare canon.) αυθεντικό συγγραφικό κείμενο•- canonize
- canonise
- canonization
- canonisation -
33 nave
[neiv](the middle or main part of a church.) κεντρικό κλίτος ναού -
34 ἀίω
a c. acc., vel abs. —ὅσσα δὲ μὴ πεφίληκε Ζεύς, ἀτύζονται βοὰν Πιερίδων ἀίοντα P. 1.14
τόσσαις ιεν ναοῦ βασιλεὺς Λοξίας P. 3.27
( θρῆνον)τὸν ιε λειβόμενον δυσπενθέι σὺν καμάτῳ P. 12.10
οὐδ' ἔστιν πόλις, ἅτις οὐ Πηλέος ἀίει κλέος (Hermann e Σ: ἀύει codd.) I. 6.25 ψόφον ἀιὼν ὀρφανὸν ἀνδρῶν χορεύσιος ἦλθον (Wil.: ἀίων G-H.) Πα... ἀιὼν γὰρ[ (Snell: αϊων Π.) Πα. 22b. 7.b c. gen.μελπομενᾶν ἐν ὄρει Μοισᾶν καὶ ἐν ἐπταπύλοις ιον Θήβαις P. 3.91
-
35 βασιλεύς
βᾰςῐλεύς (βασιλεύς, -ῆος, -έι, -εῖ, -ῆι, -ῆα, -έ(α), -εῦ; -έες, -ῆες, -εῦσι(ν), - ῆας) of gods or men,1 king δεσπόταν, Συρακόσιον ἱπποχάρμαν βασιλῆα Hieron O. 1.23τὸ δ' ἔσχατον κορυφοῦται βασιλεῦσι O. 1.114
βασιλεὺς δ' ἅπαντας ἐν οἴκῳ εἴρετο παῖδα Aipytos O. 6.47 θεῶν βασιλεὺς ὁ μέγας Zeus O. 7.34 ἐγχώριοι βασιλῆες αἰεί the family of Epharmostos of Opus O. 9.56 ξεναπάτας Ἐπειῶν βασιλεὺς Augeas O. 10.35 “εὕδεις, Αἰολίδα βασιλεῦ;” Bellerophon O. 13.67 Αἴτνας βασιλεῖ φίλιον ἐξεύρωμεν ὕμνον Deinomenes P. 1.60 ἀστοῖς καὶ βασιλεῦσιν sc. of Aitna P. 1.68ἄλλοις δέ τις ἐτέλεσσεν ἄλλος ἀνὴρ εὐαχέα βασιλεῦσιν ὕμνον P. 2.14
ναοῦ βασιλεὺς Λοξίας P. 3.27
ὃς Συρακόσσαισι νέμει βασιλεύς Hieron P. 3.70 Κρονοῦ παῖδας βασιλῆας ἴδον i. e. the gods P. 3.94 παρ' ἀνδρὶ φίλῳ εὐίππου βασιλῆι Κυράνας Arkesilas P. 4.2σε πεπρωμένον βασιλἔ ἄμφανεν Κυράνᾳ P. 4.62
βασιλεὺς ἀνέμων Βορέας P. 4.181
“βασιλεύς, ὅστις ἄρχει ναός” Jason P. 4.229 βασιλεύς ἐσσι μεγαλᾶν πολίων (post ἐσσί distinxit Rose: i. e. Arkesilas) P. 5.15 ἄτερθε δὲ πρὸ δωμάτων ἕτεροι λαχόντες Ἀίδαν βασιλέες ἱεροὶ ἐντί the dead kings of Cyrene P. 5.97 βασιλεὺς Γιγάντων Porphyrion P. 8.17 Ὑψέος εὐρυβία, ὃς Λαπιθᾶν ὑπερόπλων τουτάκις ἦνβασιλεύς P. 9.14
οὐρανοῦ βασιλῆες πόντου τ the gods N. 4.67ὕμνος δὲ τῶν ἀγαθῶν ἐργμάτων βασιλεῦσιν ἰσοδαίμονα τεύχει φῶτα N. 4.84
Ζεὺς ἀθανάτων βασιλεύς N. 5.35
βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει N. 7.82
ἔβλαστεν δ' υἱὸς Οἰνώνας βασιλεὺς χειρὶ καὶ βουλαῖς ἄριστος Aiakos N. 8.7ἀθανάτων βασιλεὺς N. 10.16
Ζηνί τε ἅδον βασιλέι I. 8.18
ψυχὰς ἐκ τᾶν βασιλῆες ἀγαυοὶ καὶ σθένει κραιπνοὶ σοφίᾳ τε μέγιστοι ἄνδρες αὔξοντ fr. 133. 3. ] λαῶν ξενοδαίκτα βασιλῇος ἀτασθαλίᾳ κοτέων θαμά (βασιλῆ[ος] ὃς etiam possis: i. e. Laomedon) fr. 140a. 56 (30). ] βασιλη fr. 215c. 4. met., Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων fr. 169. 1. τίς γὰρ θεῶν ναοῖσιν οἰωνῶν βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; (τὸν αἰετόν· φησὶ δὲ τὸ κατὰ τοὺς ναοὺς τῶν θεῶν ἀέτωμα. Σ.) O. 13.21 -
36 Λοξίας
Λοξίας title of Apollo.1ναοῦ βασιλεὺς Λοξίας P. 3.28
θησαυρόν, ὃν περίαλλ' ἐτίμασε Λοξίας P. 11.5
ἄμμι δ' ὦ χρυσέᾳ κόμᾳ θάλλων, πόρε, Λοξία, τεαῖσιν ἁμίλλαισιν εὐανθέα καὶ Πυθόι στέφανον I. 7.49
μοι ἀγῶνα Λοξίᾳ καταβάντ' εὐρὺν ἐν θεῶν ξενίᾳ ( Λοξία G-H.) Pae. 6.60 ὁ [Λοξ]ίας πρό]φρων ἀθανάταν χάριν Θήβαις ἐπιμείξων Παρθ. 2. 3. -
37 ναός
νᾱός (-οῦ, -όν, -οῖσιν.)1 temple τίς γὰρ θεῶν ναοῖσιν οἰωνῶν βασιλέα δίδυμον ἐπέθηκ; O. 13.21 κρανίοις ὄφρα ξένων ναὸν Ποσειδάωνος ἐρέφοντα (sc. Ἀνταῖον) σχέθοι (sc. Ἡρακλέης, in Libya) I. 4.54 ]ναὸν ο[ Pae. 3.7
ταῖς δὲ ναὸν Ἰτωνίας α[ ]α χαιτὰν στεφάνοις ἐκόσμηθεν (ἀ[μφ' εὐκλέ]α supp. G-H: ναοτ Π, corr. G-H: the temple of Athene Itonia at Koronea) Παρθ. 2. 47. esp. the temple of Apollo at Delphi,ναοῦ βασιλεὺς Λοξίας P. 3.27
“ Πύθιον ναὸν καταβάντα” (sc. Βάττον) P. 4.55 [ ναὸν (contra metr. codd.: νάιον Hermann) P. 6.4]τὺ δ' Ἑκαταβόλε, πάνδοκον ναὸν εὐκλέα διανέμων P. 8.62
]ναόν Pae. 8.63
-
38 ῥυθμός
-
39 τίς
1 in direct quest.a subs. τίνα βάλλομεν; O. 2.89 τίς ἂν φράσαι δύναιτο; O. 2.100 τίς δὴ ποταίνιον ἔλαχε στέφανον; O. 10.60 τίς γὰρ ἱππείοις ἐν ἔντεσσιν μέτρα ἐπέθηκ; O. 13.20 τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; P. 8.95 [ τίς ἄκρον ἑλὼν ἡσυχᾷ τε νεμόμενος αἰνὰν ὕβριν ἀπέφυγεν; (Homan: εἴ τις codd.) P. 11.55] τί φίλτερον κεδνῶν τοκέων ἀγαθοῖς; I. 1.5 λέγε, τίνες Κύκνον, τίνες Ἕκτορα πέφνον; I. 5.39 τίς ἄρ' ἐσλὸν Τήλεφον τρῶσεν; I. 5.41 τί πείσομα[ι Πα. 7B. 42.ἀκτὶς ἀελίου, τί πολύσκοπε μήσεαι; Pae. 9.1
τί ἔλπεαι σοφίαν ἔμμεν; fr. 61. 1. τί κάλλιον ἀρχομένοισιν ἢ καταπαυομένοισιν; fr. 89a. 1. τί θεός; fr. 140d. τί ἔρδων φίλος σοί τε εἴην, τοῦτ' αἴτημί σε fr. 155. 1. c. art. & subs., τοῦ (sc. ναοῦ)δὲ παντέχνοις Ἁφαίστου παλάμαις καὶ Ἀθά[νας] τίς ὁ ῥυθμὸς ἐφαίνετο; Pae. 8.67
c. gen., “ καὶ τίς ἀνθρώπων σε ἐξανῆκεν γαστρός;” P. 4.98 “ τίς νιν ἀνθρώπων τέκεν;” P. 9.33 τίνι τῶν πάρος, ὦ μάκαιρα Θήβα, καλῶν ἐπιχωρίων μάλιστα θυμὸν τεὸν εὔφρανας; I. 7.1 n. pro adv., why, in what respect? τά κέ τις ἀνώνυμον γῆρας ἕψοι μάταν; (v. l. τί) O. 1.82 κέρδει δὲ τί μάλα τοῦτο κερδαλέον τελέθει; P. 2.78 τί κομπέω παρὰ καιρόν; P. 10.4 <τί δγτ; ἔθηκας ἀμάχανον ἰσχύν τ' ἀνδράσι; (supp. Diehl, om. codd. Dion. Hal.) Pae. 9.3b adj. τίνα θεόν, τίν' ἥρωα, τίνα δ ἄνδρα κελαδήσομεν; O. 2.2τίνα κεν φύγοι ὕμνον κεῖνος ἀνὴρ O. 6.6
τίς γὰρ ἀρχὰ δέξατο ναυτιλίας, τίς δὲ κίνδυνος; P. 4.70ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον P. 7.5
—6. θυμέ, τίνα πρὸς ἀλλοδαπὰν ἄκραν ἐμὸν πλόον παραμείβεαι; N. 3.26 “πάτερ Κρονίων, τίς δὴ λύσις ἔσσεται πενθέων;” N. 10.76 τ]ίνα πτόλιν, τίν' ἐπ[ Δ. 4. c. 6.2 introducing indir. quest.a subs. οὐκ ἔχω εἰπεῖν, τίνι τοῦτο Μοῖρα τέλοςἔμπεδον ὤρεξε N. 7.57
ἀλλὰ θαυμάζω τί με λέξοντι Ἰσθμοῦ δεσπόται fr. 122. 13.b adj.κεῖνα δὲ κεῖνος ἂν εἴποι ἔργα περαίτερον ἄλλων, τίς τρόπος ἄνδρα προβάσει O. 8.63
δυσθρόου φωνᾶς ἀνακρινόμενον ποινὰ τίς ἔσται πρὸς θεῶν P. 4.63
αἰδέομαι μέγα εἰπεῖν πῶς δὴ λίπον εὐκλέα νᾶσον, καὶ τίς ἄνδρας ἀλκίμους δαίμων ἀπ' Οἰνώνας ἔλασεν N. 5.15
ἀλλοτρίοισιν μὴ προφαίνειν, τίς φέρεται μόχθος ἄμμιν fr. 42. 1.3 frag. τί κέ τις ἐσχ[ Δ. 4. b. 11. -
40 τόσσαι
τόσσαι defect. aor. = τυχεῖν τόσσαις ἄιεν ναοῦ βασιλεὺς Λοξίας1 he happened to see P. 3.27 c. gen., τόσσαι καλῶν ( ἐπιτυχεῖν paraphr. Eustathii) fr. 22.
См. также в других словарях:
Ναοῦ — Ναός 2 Ma. masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ναοῦ — νᾱοῦ , ναός 2 Ma. masc gen sg ναόω bring into a temple pres imperat mp 2nd sg ναόω bring into a temple imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Νᾴου — Νάιος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νᾴου — ναίω 1 dwell pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) ναίω 1 dwell imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) ναίω 2 dwell pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) ναίω 2 dwell imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νάου — ναόω bring into a temple pres imperat act 2nd sg ναόω bring into a temple imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μουσείο Τηνίων Καλλιτεχνών (Ναού Ευαγγελιστρίας Τήνου) — Το μουσείο ιδρύθηκε 1930, με πρωτοβουλία του Πανελλήνιου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου, για να στεγάσει δείγματα της παραγωγής καλλιτεχνών που γεννήθηκαν στην Τήνο. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ορισμένοι από αυτούς τους καλλιτέχνες σπούδασαν … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Οσίου Λουκά, μονή — Μοναστήρι στους δυτικούς πρόποδες του Ελικώνα, μεταξύ Βοιωτίας και Φωκίδας. Κατά τη βυζαντινή και τη μεταβυζαντινή περίοδο αποτελούσε περίφημο πνευματικό και μοναστικό κέντρο της Ελλάδας. Ιδρύθηκε από τον Όσιο Λουκά τον Στειριώτη (Καστρί,… … Dictionary of Greek
Σούνιο — I Τοποθεσία της Αττικής στο νοτιότατο άκρο της, όπου βρίσκεται και το ομώνυμο ακρωτήριο. Στην αρχαιότητα το Σ. ήταν ένας από τους αττικούς δήμους, που αποτελούσαν την πόλη των Αθηνών. Στο Σ. υπήρχαν επίσης δύο ιερά, ένα του Ποσειδώνα, του οποίου… … Dictionary of Greek