-
1 cenestopathy
Психиатрия: сенестопатия -
2 cenestopathy
психиатр. сенестопатия -
3 сенестопатия
Psychiatry: cenestopathy -
4 сенестопатія
ж мед. -
5 сенестопатия
ж. психиатр.Большой русско-английский медицинский словарь > сенестопатия
См. также в других словарях:
κοιναισθησιοπάθεια — η επώδυνη αντίληψη ή, συχνότερα, απλό αίσθημα ενόχλησης που συνήθως δεν εντοπίζεται σε ένα συγκεκριμένο όργανο και δεν έχει αντικειμενική οργανική βάση, για το μη πραγματικό τής οποίας έχει επίγνωση ο ασθενής. [ΕΤΥΜΟΛ. < Αντιδάνεια λ., πρβλ.… … Dictionary of Greek