Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ὠτακουστής

См. также в других словарях:

  • ὠτακουστής — listener masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ωτακουστής — ο / ὠτακουστής, ΝΑ [ὠτακουστῶ] άτομο που κρυφακούει αρχ. κατάσκοπος που χρησιμοποιούσαν ιδίως οι τύραννοι («τοὺς ὠτακουστὰς ἐξέπεμπεν Ἱέρων, ὅπου τις εἴη συνουσία καὶ σύλλογος», Αριστοτ.) …   Dictionary of Greek

  • ωτακουστής — ο θηλ. ούστρια 1. που ακούει κρυφά, που «βάζει αυτί». 2. κατάσκοπος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὠτακουσταῖς — ὠτακουστής listener masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτακουσταί — ὠτακουστής listener masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτακουστήν — ὠτακουστής listener masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠτακουστάς — ὠτακουστά̱ς , ὠτακουστής listener masc acc pl ὠτακουστά̱ς , ὠτακουστής listener masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • otacusta — (del lat. «otacusta», del gr. «ōtakoustḗs») 1 m. *Espía. 2 Chismoso. * * * otacusta. (Del lat. otacusta, y este del gr. ὠτακουστής). m. ant. Espía o escucha. || 2. ant. Persona que vive de traer y llevar cuentos, chismes y enredos …   Enciclopedia Universal

  • κατήκοος — κατήκοος, ον (Α) 1. αυτός που ακούει με προσοχή, ακροατής («τῶν εἴ τίς ἐστιν... κατήκοος» εάν κάποιος έχει ακούσει νέα γι αυτά, Σοφ.) 2. αυτός που παρακολουθεί μαθήματα («κατήκοος λόγων» αυτός που σπουδάζει φιλοσοφία, Πλάτ.) 3. αυτός που… …   Dictionary of Greek

  • λογοσκόπος — λογοσκόπος, ὁ (Α) αυτός που κατασκοπεύει και ακούει κρυφά, ωτακουστής. [ΕΤΥΜΟΛ. < λόγος + σκόπος* (< σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. θεμι σκόπος, ορνεο σκόπος] …   Dictionary of Greek

  • αφουγκραστής — ο ωτακουστής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»