Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

Ὑηττός

См. также в других словарях:

  • Ὕηττος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Υηττός — Κωμόπολη της αρχαίας Βοιωτίας, κοντά στον Ορχομενό, σε μικρή απόσταση από την Κωπαΐδα. Στην περιοχή υπήρχε ναός του Ηρακλή …   Dictionary of Greek

  • Ὑήττου — Ὕηττος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὑήττῳ — Ὕηττος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ὕηττον — Ὕηττος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»