Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ὑψό-σε

См. также в других словарях:

  • Sublime — Pour les articles homonymes, voir sublime (homonymie). Le Voyageur contemplant une mer de nuages (1817) de Caspar David Friedrich, Kunsthalle Hamburg …   Wikipédia en Français

  • κυκλόθι — (Α) επίρρ. ολόγυρα, γύρω γύρω. [ΕΤΥΜΟΛ. < κύκλος + επιρρμ. κατάλ. θι (πρβλ. ακρό θι, υψό θι)] …   Dictionary of Greek

  • κυκλόσε — (Α) επίρρ. κυκλικά, ολόγυρα («περὶ δ αὐτὸν ἀγηγέραθ , ὅσσοι ἄριστοι, κυκλόσ », Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κύκλος + επιρρμ. κατάλ. σε (πρβλ. πεδό σε, υψό σε)] …   Dictionary of Greek

  • ψυχροφοβία — η, Ν ιατρ. παθολογικός φόβος τού ψύχους ή τού κρύου νερού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχρός + φοβία (πρβλ. υψο φοβία)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»