-
1 υποδοχή
-
2 ὑποδοχῇ
-
3 υποδοχή
-
4 ὑποδοχή
-
5 υποδοχη
ἥ тж. pl.1) прием (гостей и т.п.) Arph.εἰσδέχεσθαί τινα φίλαισιν ὑποδοχαῖς δόμων Eur. — оказывать кому-л. радушный прием в своем доме;
ξένων ὑ. Plat. — предоставление приюта иноземцам;φυγάδος ὑ. Plat. — укрывательство беглеца;τέν ὑποδοχέν παρασκευάζειν Plut. — устраивать пир2) угощение, припасыοἶνος καὴ ἥ ἄλλη ὑ. Plut. — вино и прочее угощение3) воен. встреча, отпорἐς ὑποδοχέν τοῦ στρατεύματος τάξασθαι Thuc. — построиться для оказания отпора (неприятельскому) войску
4) убежище, пристанищеτοῖς φρουροῖς ὑ. Plat. — помещение для стражи;
ναυσὴ ὑποδοχαί Xen. — пристани для кораблей5) вместилище, хранилище Plat., Arst.6) поддержка, помощьεἰς ὑποδοχήν τινι λέγειν καὴ πράττειν Aeschin. — поддерживать кого-л. словом и делом;
καλέν ὑποδοχήν τι ἔχειν Polyb. — иметь в чем-л. великолепную поддержку7) ожидание, предвидениеεἰς ὑποδοχήν τινος Dem. — в ожидании или в целях чего-л.
-
6 υποδοχή
η1) встреча (приезжающих); приём (гостей, посетителей); 2) встреча, прием;θερμή υποδοχή — горячий приём;
τό βιβλίον έτυχεν εύμενούς υποδοχής — книга была благожелательно принята, встречена читателями
-
7 υποδοχή
[иподохи] ουσ θ прием. -
8 ὑποδοχή
ὑποδοχ-ή, ἡ,A reception,χῶραι εἰς ὑποδοχὴν ἕτοιμοι τοῖς.. περιττώμασι Gal.6.173
, cf. Sor.1.84;χρῶνται [τοῖς ὕδνοις] πρὸς ὑποδοχὴν ἀρτυμάτων Gal.6.655
;βόθρος εἰς ὑ. ῥίψεως πεποιημένος Poll.9.103
; τὴν δοθεῖσαν ὑπόθεσιν εὐφυᾶ πρὸς ὑ. γυμναστικῆς a subject fit for reception of gymnastic training, Luc. Hist.Conscr.35.2 entertainment, hospitality, Ar. Pax 530 (v. VI infr.), Pl.Lg. 919a (pl.);κτήνεα σιτεύεσκον.. ἐσὑποδοχὰς τοῦ στρατοῦ Hdt.7.119
;ἐσδέξομαι.. ὑποδοχαῖς δόμων E.IA 1229
;ὑποδοχὰς ποιεῖσθαι Ath.5.210e
; (Cos, iii/ii B. C.); also ἐς ὑποδοχὴν τοῦ στρατεύματος ἐτάσσοντο for the reception of the army (in hostile sense), Th.7.74.4 means for entertaining, Plu.Alc.12; H.; so perh. in IG42(1).92.6 (Epid., iii/iv A. D.).II acceptance, support, εἰς ὑποδοχὴν ἅπαντα λέγειν καὶ πράττειν τινί by way of playing up to, supporting, or seconding him, Aeschin.3.62, cf. Plb.31.25.10.b expectation, Id.Ep.3.34.2 receptacle, reservoir, Arist.Pol. 1330b6, Mete. 349b7;ἡ τῆς μισγαγκείας ὑ. Pl.Phlb. 62d
; of the vessels of the body,ὁ μαστὸς ὑ... ἐστι γάλακτος Arist. PA 692a12
; of the stomach, ὑ. τροφῆς ib. 682a17; of the womb, Id.GA 722b14, etc.V stewardship, office of theὑποδέκτης, ἀννωνῶν PSI1.44.1
(v A. D.); λόγος ὑποδοχῆς (including ἀνάλωμα) ib.8.959.1 (iv A. D.); τὴν ὑ. πᾶσαν τοῦ μακαρίου Ἰούστου αὐτὸς ὑπόδεξε (leg. - ξαι) POxy. 1838 (vi A. D.), cf. PLond.5.1667.3 (vi A. D.), PFlor.290.3 (vi A. D.), etc.2 taking over, receipt by an agent, acceptance of responsibility for,πρὸς ἀπόδειξιν ὑποδοχῆς PSI1.60.28
(vi A. D.), cf. 72.4 (vi A. D.);παντὶ δημοσίων ἀπαίτησιν καὶ ὑ. ποιησαμένῳ Just.Nov.163.2
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποδοχή
-
9 ὑποδοχή
ὑπο-δοχή, ἡ, (1) Aufnahme, bes. gastliche, Bewirtung. Auch das Standhalten gegen ein Heer; (2) Annahme, wie ὑπόληψις, Meinung; auch Genehmigung, Billigung; εἰς ὑποδοχὴν πάντα λέγειν καὶ πράττειν τινί, = nach jemandes Wunsche, ihm zu Gunsten; (3) der Ort zur Aufnahme; Zufluchtsort; ὑποδοχὴν ἔχειν πρός τι, Hilfsmittel -
10 υποδοχή
karşılama -
11 υποδοχή
douille -
12 υποδοχή
1) oprawka (f) rzecz.2) tulejka (f) rzecz. -
13 υποδοχή
1) reception2) socketΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > υποδοχή
-
14 καλή υποδοχή
la bona acollida -
15 εὐ-ερκής
εὐ-ερκής, ές, 1) wohl umzäunt, verwahrt, αὐλή Il. 9, 472 Od. 21, 389. 22, 449, ϑύραι Od. 17, 267; ἄλσος Pind. Ol. 13, 105; πόλις Aesch. Suppl. 933; χώρα Plat. Legg. VI, 760 e; γήλοφος Critia. 113 d; ὑποδοχή Legg. VIII, 848 e, Sp. bes. von wohl befestigten Städten. – 2) wohl umschließend, δίκτυα Opp. H. 4, 655.
-
16 μεγαλο-μερής
μεγαλο-μερής, ές, aus großen Theilen, Massen bestehend; im compar. Plat. Tim. 62 a; übh. groß, großartig, ὑποδοχή, περίστασις, Pol. 28, 17, 1. 32, 12, 3; μεγαλομερέστατα καὶ τεχνικώτατα ἔργα, von Statuen, 4, 78, 5; auch im adv. öfter, z. B. δώροις ἐτίμησαν αὐτὸν μεγαλομερῶς, 30, 3, 5.
-
17 ευερκης
-
18 μεγαλομερης
21) состоящий из крупных частей Plat., Arst.2) большой, крупный(περίστασις, ἔργα Polyb.)
3) великолепный(ὑποδοχή Polyb.)
-
19 προλοβωδης
-
20 αποθεωτικές
η, ό[ν] восторженный;αποθεωτικέςή υποδοχή — восторженная встреча
См. также в других словарях:
ὑποδοχῇ — ὑποδοχή reception fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποδοχή — reception fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υποδοχή — η 1. προϋπάντηση, καλωσόρισμα: Πήγαν στην αποβάθρα για την υποδοχή του υπουργού. 2. ο τρόπος, η διάθεση ή η αντίδραση με την οποία δέχεται κανείς κάποιον ή κάτι: Του έκανε άσχημη υποδοχή η γυναίκα του. 3. ιδιαίτερος χώρος σε κατοικία, το καλό… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
υποδοχή — η / ὑποδοχή, ΝΜΑ [ὑποδέχομαι] η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού υποδέχομαι νεοελλ. 1. φιλική δεξίωση, προϋπάντηση 2. ο τρόπος ή η διάθεση με την οποία δέχεται κανείς κάποιον ή κάτι (α. «δεν ήταν και πολύ θερμή η υποδοχή που τού έκανε» β. «οι… … Dictionary of Greek
ὑποδοχαῖς — ὑποδοχή reception fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποδοχαί — ὑποδοχή reception fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποδοχῆς — ὑποδοχή reception fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποδοχήν — ὑποδοχή reception fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑποδοχῶν — ὑποδοχή reception fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
ακρόαση — Το να ακούει κανείς προσεκτικά κάποιον που μιλάει (από το ρήμα ακροάομαι ώμαι). Σημαίνει επίσης την υποδοχή, σε προκαθορισμένο χρόνο, από μια αρχή, πρόεδρο, υπουργό, διευθυντή κλπ. ενός προσώπου που θέλει να υποβάλει μια αίτηση, παράπονα κλπ.… … Dictionary of Greek