Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Ὀρέστης

См. также в других словарях:

  • Ὀρέστης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρέστης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ορέστης — I Μυθολογικός ήρωας, γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας. Ο μύθος του στρέφεται γύρω από τον φόνο της μητέρας του και του Αιγίσθου, τον οποίο πραγματοποίησε για να εκδικηθεί τον τραγικό θάνατο του πατέρα του. Αυτή η πράξη του, την οποία… …   Dictionary of Greek

  • Ορέστης — ο κύρ. όνομα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Λάσκος, Ορέστης — (Ελευσίνα 1908 – 1992). Σκηνοθέτης του κινηματογράφου και ποιητής. Ήταν αδελφός του ήρωα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου Βασίλη Λάσκου (βλ. λ.). Φοίτησε για δύο χρόνια στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και για έναν χρόνο στη Σχολή Ευελπίδων.… …   Dictionary of Greek

  • Μακρής, Ορέστης — (Χαλκίδα 1899 – Αθήνα 1975). Ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου. Πρωτοεμφανίστηκε ως τενόρος της ελληνικής οπερέτας από την οποία μεταπήδησε στην επιθεώρηση. Στη δεκαετία του 1950 πρωταγωνίστησε σε δεκάδες ελληνικές κινηματογραφικές… …   Dictionary of Greek

  • Λουρίδης, Ορέστης — (Κωνσταντινούπολη 1907 –). Οδοντίατρος και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στην οδοντιατρική και στην ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι. Σταδιοδρόμησε αρχικά ως οδοντίατρος και στη συνέχεια ως πανεπιστημιακός. Το… …   Dictionary of Greek

  • Ὀρέσται — Ὀρέστης masc nom/voc pl Ὀρέστᾱͅ , Ὀρέστης masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀρέσται — ὀρέστης masc nom/voc pl ὀρέστᾱͅ , ὀρέστης masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Орест в мифологии — (Όρέστης) сын Агамемнона и Клитемнестры. Матереубийство, совершенное О. в отмщение за насильственную смерть отца, его душевные муки, разлад его с богами и умоисступление, под тяжестью сознания вины все это много раз служило для афинских… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Орест, сын Агамемнона и Клитемнестры — (Όρέστης) сын Агамемнона и Клитемнестры. Матереубийство, совершенное О. в отмщение за насильственную смерть отца, его душевные муки, разлад его с богами и умоисступление, под тяжестью сознания вины все это много раз служило для афинских… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»