-
1 ὀλιγ-ωρία
ὀλιγ-ωρία, ἡ, dasselbe; καὶ ὕβρις, Her. 6, 137; εἰς ὀλιγωρίαν ἐτράποντο τῶν ἱερῶν καὶ ὁσίων, Thuc. 2, 52; Arist.; Folgde auch περί τινος, Pol. 11, 9, 2; ἐν ὀλιγωρίᾳ ποιεῖσϑαι, = ὀλιγωρεῖν, Thuc. 4, 5.
-
2 ὀλιγώρησις
ὀλιγ-ώρησις, ἡ, u. ὀλιγ-ωρία, ἡ, Geringschätzung, Vernachlässigung -
3 ολιγωρια
ион. ὀλῐγωρίη ἥ презрение, пренебрежение(ὀ. καὴ ὕβρις Her.; ὀ. τινός Thuc., περί τινος Polyb. и πρός τι Dem.)
-
4 ὤρα
A care, concern, mostly c. gen. and usu. joined with some word expressing or implying negation, ὤρη γάρ τ' ὀλίγη πέλεται νεικέων little heed is there for strifes, Hes.Op.30;ἀνδρὸς ἀλωμένου οὐδεμἴ ὤρη Tyrt.10.11
;μηδεμίαν ὤρην ἔχειν ἁρπασθεισέων [γυναικῶν] Hdt.1.4
, cf. 3.155, Alciphr. 1.27;ὤρην ἐποιήσαντο οὐδεμίαν Hdt.9.8
, cf. Herod.4.43;ἤδη γὰρ ἔσχες ἐλπίδ' ἑς ἐμοῦ θεοὺς ὤραν τιν' ἕξειν; S.OC 386
;ἔχω δέ τοι οὐδ' ὅσον ὤραν χείματος Theoc.9.20
;περὶ τῶν.. πλευρῶν οὐδεμίαν ὤ. ἔχεις Pl.Com.2
;ὑπὲρ τούτων οὐδ' ὀλίγην ἔθεντο ὤ. Ael.NA1.59
;τὰ θεῖα ἐν μηδεμιᾷ ὤ. τίθεσθαι Id.Fr. 106
; without a neg., εἰ πατρὸς νέμοι τιν'ὤραν S.Tr.57
;εἰ δεῖ τῆς τῶν Αἰγυπτίων σοφίας.. ὤραν τίθεσθαι Ael.NA 12.7
. Poet. word, used in [dialect] Ion. and late Prose. (Hence ὀλιγ-ωρία, cf. Hes.Op.l.c.: prob. fr. Ϝώρα, 'watching', cf. βῶροι (i. e. ϝῶροι) · ὀφθαλμοί, Hsch., and ὁράω; cf. οὖρος(B).)
См. также в других словарях:
εργωρία — ἐργωρία, ἡ (Α) δυσκολία, ενόχληση. [ΕΤΥΜΟΛ. < έργον + * ωρία. Αναλογικός σχηματισμός κατά το πρότυπο τού ολιγ ωρία (< ολίγ ωρος, όπου το β’ συνθετικό αποτελεί τ. τού ώρα «φροντίδα» εν συνθέσει)] … Dictionary of Greek