Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

ὀκτάεδρον

См. также в других словарях:

  • ὀκτάεδρον — eight sided neut nom/voc/acc sg ὀκτάεδρος eight sided masc/fem acc sg ὀκτάεδρος eight sided neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκταέδροις — ὀκτάεδρον eight sided neut dat pl ὀκτάεδρος eight sided masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκταέδρου — ὀκτάεδρον eight sided neut gen sg ὀκτάεδρος eight sided masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκταέδρων — ὀκτάεδρον eight sided neut gen pl ὀκτάεδρος eight sided masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκταέδρῳ — ὀκτάεδρον eight sided neut dat sg ὀκτάεδρος eight sided masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὀκτάεδρα — ὀκτάεδρον eight sided neut nom/voc/acc pl ὀκτάεδρος eight sided neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Октаэдр — Тип Правильный многогранник Грань треугольник Граней Рёбер …   Википедия

  • τρισοκτάεδρο — το, Ν (κρυσταλλ.) κρυσταλλική μορφή που απαντά στο κυβικό σύστημα και αποτελείται από 24 έδρες, σχήματος η καθεμία ισοσκελούς τριγώνου, οι οποίες ανά τρεις καλύπτουν τη θέση μιας οκταεδρικής έδρας, αλλ. πυραμιδοσκεπές οκτάεδρο. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»