-
1 ἰτέη
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἰτέη
-
2 ἰτέα
-
3 ἰ̄τέα
ἰ̄τέαGrammatical information: f.Compounds: Comp. ἰτεό-φυλλος `adorned with willow-leaves' (Halic. IIIa).Etymology: Formation like πτελέα and other tree-names (Chantraine Formation 92). From a noun parallel with (Ϝ)ί-τυς (from u̯ei- `bow'), cf. γιτέα (= Ϝιτέα) ἰτέα H. In the initial length of the Att. deme Εἰτέα one assumes itacistic writing (Fick BB 30, 274; cf. on οἶσος). Further s. ἴτυς.Page in Frisk: 1,743Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἰ̄τέα
См. также в других словарях:
ιτιά — Κοινή ονομασία φυλλοβόλων, δίοικων δέντρων και θάμνων, του βοτανικού γένους σάλιξ, της οικογένειας των σαλικιδών (δικοτυλήδονα). Οι ι. χαρακτηρίζονται από τα μικρά, γυμνά άνθη τους (αχλαμυδωτά, δηλαδή χωρίς στεφάνη), που είναι μόνο αρσενικά ή… … Dictionary of Greek