-
1 ηγητηρία
ἡγητηρίᾱ, ἡγητηρίαmass of dried figs: fem nom /voc /acc dualἡγητηρίᾱ, ἡγητηρίαmass of dried figs: fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
2 ἡγητηρία
ἡγητηρίᾱ, ἡγητηρίαmass of dried figs: fem nom /voc /acc dualἡγητηρίᾱ, ἡγητηρίαmass of dried figs: fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
3 ἡγητηρία
-
4 ἡγητηρία
-
5 ἡγητηρία
A mass of dried figs, borne in procession at the Attic Πλυντήρια, in memory of the discovery of this food, which was considered the first step in civilized life, Ath.3.74d, Porph.Abst.2.7, Hsch., Phot.:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἡγητηρία
-
6 ηγητηρίαν
-
7 ἡγητηρίαν
-
8 ἡγητορία
-
9 ἡγήτρια
См. также в других словарях:
ἡγητηρία — ἡγητηρίᾱ , ἡγητηρία mass of dried figs fem nom/voc/acc dual ἡγητηρίᾱ , ἡγητηρία mass of dried figs fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ηγητηρία — ἡγητηρία, ἡ (Α, κατά τον Ησύχ. και Φώτ. ἡγητορία, κατά τον Ευστ. ἡγήτρια) (ηγητήρ) 1. δέσμη, αρμαθιά από ξερά σύκα την οποία έφεραν με πομπή κατά την εορτή τών Αττικών Πλυντηρίων σε ανάμνηση τής ευρέσεως αυτής τής τροφής που τή θεωρούσαν ως το… … Dictionary of Greek
ἡγητηρίαν — ἡγητηρίᾱν , ἡγητηρία mass of dried figs fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ηγήτρια — ἡγήτρια, ἡ (Α) [ηγητήρ] ηγητηρία* … Dictionary of Greek
ηγητορία — ἡγητορία, ἡ (Α) [ηγήτωρ] ηγητηρία* … Dictionary of Greek