Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἔπλᾰσα

См. также в других словарях:

  • ἔπλασα — πλάσσω form aor ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάθω — έπλασα, πλάστηκα, πλασμένος 1. δουλεύω μαλακιά ύλη για να της δώσω μορφή: Οι αγρότισσες πλάθουν μεγάλα ψωμιά. 2. δίνω μορφή, δημιουργώ: Πλάθει κι αυτός από δικό του χώμα λογιώνε ξωτικά. 3. δημιουργώ κάτι με τη φαντασία μου: Έπλαθε χίλια ψέματα… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἔπλασ' — ἔπλασα , πλάσσω form aor ind act 1st sg ἔπλασε , πλάσσω form aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πλάθω — πλάθω, έπλασα βλ. πίν. 37 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • pelǝ-, plā- —     pelǝ , plā     English meaning: wide and flat     Deutsche Übersetzung: “breit and flach, ausbreiten; durch Druck or Schlag flach formen, breitschlagen, breitklatschen”     Material: Arm. hoɫ “earth, dust, powder, bottom, land”; Lat. palam “… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»