Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐπιτηδεύματος

См. также в других словарях:

  • ἐπιτηδεύματος — ἐπιτήδευμα pursuit neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φορολογία — η, ΝΜΑ [φορολόγος] ο φόρος, το ποσό που καταβάλλεται ως φόρος (α. «αυξήθηκε η φορολογία τού εισοδήματος» β. «οὐκ ὀλίγην κατ ἔτος φορολογίαν τῷ ἱερωτάτῳ ταμείῳ εἰσφέρει», πάπ.) νεοελλ. 1. η επιβολή φόρου 2. φρ. α) «αναλογική φορολογία» (νομ. οικον …   Dictionary of Greek

  • επιτήδευμα — το (AM ἐπιτήδευμα) [επιτηδευω] αυτό με το οποίο ασχολείται κανείς, το κύριο βιοποριστικό έργο, η καθημερινή ενασχόληση, το επάγγελμα (α. «φόρος επιτηδεύματος» β. «εἰς τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ’ ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν», Θουκ.) νεοελλ. συνεκδ …   Dictionary of Greek

  • κοπρώνης — κοπρώνης, ὁ (Α) 1. αυτός που νοίκιαζε και εκμεταλλευόταν την κόπρο 2. αυτός που καθάριζε τους δρόμους από τις ακαθαρσίες, οδοκαθαριστής («ὁ κοπρώνης ἀλγεῑ καὶ ὀδυνᾱται ὅτι μὴ ἀπήλλακται τοῡ ταλαιπώρου καὶ ἐπονειδίστου εἶναι δοκοῡντος… …   Dictionary of Greek

  • φόρος — Το μέρος εκείνο του εθνικού εισοδήματος που παίρνουν οι δημόσιοι οργανισμοί από τις ιδιωτικές οικονομικές μονάδες, για να εξασφαλίζουν τα μέσα που χρειάζονται για την ανάπτυξη της δικής τους δραστηριότητας. Ο φ. αποτελεί το όργανο διαμέσου του… …   Dictionary of Greek

  • χειρωνάξιον — τὸ, Α [χειρῶναξ] φόρος επιτηδεύματος για χειρώνακτες …   Dictionary of Greek

  • Αναστάσιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Α. ο μάρτυς. Η μνήμη του τιμάται στις 25 Οκτωβρίου. 2. Επίσκοπος Ιεροσολύμων. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Φεβρουαρίου. 3. Α. ο ιερομάρτυς. Διετέλεσεεπίσκοπος Αντιοχείας και ασκήτεψε στο Σινά. Πέθανε …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»